Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ




«…Αν ο θάνατος των οσίων είναι τίμιος και η μνήμη δικαίου συνοδεύεται από εγκώμια, πόσο μάλλον τη μνήμη της αγίας των αγίων, δια της οποίας επέρχεται όλη η αγιότης στους αγίους, δηλαδή τη μνήμη της αειπάρθενης και Θεομήτορος, πρέπει να την επιτελούμε με τις μεγαλύτερες ευφημίες.

Αυτό πράττουμε εορτάζοντας την επέτειο της αγίας κοιμήσεως ή μεταστάσεώς της, που αν και με αυτή είναι λίγο κατώτερη από τους αγγέλους, όμως ξεπέρασε σε ασύγκριτο βαθμό και τους αγγέλους και τους αρχαγγέλους και όλες τις υπερκόσμιες δυνάμεις δια της εγγύτητός της προς τον Θεό και δια των από παλαιά γραμμένων και πραγματοποιημένων σ' αυτή θαυμασίων.

Ο θάνατός της είναι ζωηφόρος, μεταβαίνοντας σε ουράνια και αθάνατο ζωή, και η μνήμη τούτου είναι χαρμόσυνη εορτή και παγκόσμια πανήγυρις, που όχι μόνο ανανεώνει τη μνήμη των θαυμασίων της Θεομήτορος, αλλά και προσθέτει τη κοινή και παράδοξη συνάθροιση των ιερών Αποστόλων από κάθε μέρος της γης για την πανίερη κηδεία της, με θεολήπτους ύμνους, με τις αγγελικές επιστασίες και χοροστασίες και λειτουργίες γι΄ αυτήν.

Οι Απόστολοι προπέμπουν, ακολουθούν, συμπράττουν, αποκρούουν, αμύνονται και συνεργούν με όλη τη δύναμη μαζί με εκείνους που εγκωμιάζουν το ζωαρχικό και θεοδόχο εκείνο σώμα, το σωστικό φάρμακο του γένους μας, το σεμνολόγημα όλης της κτίσεως.

Ενώ ο ίδιος ο Κύριος Σαβαώθ και Υιός αυτής της αειπάρθενης, είναι αοράτως παρών και αποδίδει στη μητέρα την εξόδιο τιμή. Σε αυτού τα χέρια εναπέθεσε και το θεοφόρο πνεύμα, δια του οποίου έπειτα από λίγο μεταθέτει και το συζυγικό προς εκείνο σώμα σε χώρο αείζωο και ουράνιο.

Διότι μόνο αυτή, ευρισκομένη ανάμεσα στο Θεό και σ' ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, τον μεν Θεό κατέστησε υιόν ανθρώπου, τους δε ανθρώπους έκανε υιούς Θεού, ουρανώσασα τη γη και θεώσασα το γένος. Και μόνο αυτή από όλες τις γυναίκες αναδείχθηκε μητέρα του Θεού εκ φύσεως πάνω από κάθε φύση. Υπήρξε βασίλισσα κάθε εγκοσμίου και υπερκοσμίου κτίσματος.

Τώρα έχοντας και τον ουρανό κατάλληλο κατοικητήριο, ως ταιριαστό της βασίλειο, στον οποίο μετατέθηκε σήμερα από τη γη, στάθηκε και στα δεξιά του παμβασιλέως με διάχρυσο ιματισμό ντυμένη και στολισμένη, όπως λέγει ο προφήτης. (Ψαλμ. 44,11). Διάχρυσο ιματισμό, που σημαίνει στολισμένη με τις παντοειδείς αρετές. Διότι μόνο αυτή κατέχει τώρα μαζί με το θεοδόξαστο σώμα και με τον Υιό, τον ουράνιο χώρο. Δεν μπορούσε πραγματικά γη και τάφος και θάνατος να κρατεί έως το τέλος το ζωαρχικό και θεοδόχο σώμα της και αγαπητό ενδιαίτημα ουρανού και του ουρανού των ουρανών.

Αποδεικτικό για τους μαθητές στοιχείο περί της αναστάσεώς της από τους νεκρούς γίνονται τα σινδόνια και τα εντάφια, που μόνα απέμειναν στο τάφο και βρέθηκαν από εκείνους που ήλθαν να την ζητήσουν, όπως συνέβηκε προηγούμενα με τον Υιό και δεσπότη. Δεν χρειάσθηκε να μείνει και αυτή επίσης για λίγο πάνω στη γη, όπως ο Υιός της και Θεός, γι' αυτό αναλήφθηκε αμέσως προς τον υπερουράνιο χώρο από τον τάφο.

Με την ανάληψή της η Θεομήτορ συνήψε τα κάτω με τα άνω και περιέλαβε το πάν με τα γύρω της θαυμάσια, ώστε και το ότι είναι ελαττωμένη πολύ λίγο από τους αγγέλους, γευόμενη το θάνατο, αυξάνει τη υπεροχή της σε όλα . Και έτσι είναι η μόνη από όλους τους αιώνες και από όλους τους αρίστους που διαιτάται με το σώμα στον ουρανό μαζί με τον Υιό και Θεό.

Η Θεομήτωρ είναι ο τόπος όλων των χαρίτων και πλήρωμα κάθε καλοκαγαθίας και εικόνα κάθε αγαθού και κάθε χρηστότητος, αφού είναι η μόνη που αξιώθηκε όλα μαζί τα χαρίσματα του Πνεύματος και μάλιστα η μόνη που έλαβε παράδοξα στα σπλάχνα της εκείνον στον οποίο βρίσκονται οι θησαυροί όλων των χαρισμάτων. Τώρα δε με το θάνατό της προχώρησε από εδώ προς την αθανασία και δίκαια μετέστη και είναι συγκάτοικος με τον Υιό στα υπερουράνια σκηνώματα και από εκεί επιστατεί με τις ακοίμητες προς αυτόν πρεσβείες εξιλεώνοντας αυτόν προς όλους μας.

Είναι τόσο πολύ πλησιέστερη από τους πλησιάζοντας το Θεό, όχι μόνο από τους ανθρώπους, αλλά και από αυτές τις αγγελικές ιεραρχίες. «Τα Σεραφίμ στέκονταν γύρω του» (Ησαϊας 6,2) και ο Δαβίδ λέγει: «παρέστη η βασίλισσα στα δεξιά σου».

Βλέπετε τη διαφορά της στάσεως; Από αυτή μπορείτε να καταλάβετε και τη διαφορά της, κατά την αξία της τάξεως. Διότι τα Σεραφείμ ήταν γύρω από το Θεό, πλησίον δε στον ίδιο μόνο η βασίλισσα και μάλιστα στα δεξιά του. Όπου κάθισε ο Χριστός στον ουρανό, δηλαδή στα δεξιά της μεγαλωσύνης, εκεί στέκεται και αυτή τώρα που ανέβηκε από τη γη στον ουρανό.

Ποιός δεν γνωρίζει ότι η Παρθενομήτωρ είναι εκείνη η βάτος που ήταν αναμμένη αλλά δεν καταφλεγόταν. (Ψαλμ.44,19) Και αυτή η λαβίδα, που πήρε το Σεραφίμ, τον άνθρακα από το θυσιαστήριο, που συνέλαβε δηλαδή απυρπολήτως το θείο πυρ και κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να έλθει προς το Θεό. Επομένως μόνη αυτή είναι μεθόριο της κτιστής και της άκτιστης φύσεως.

Ποιός θα αγαπούσε το Υιό και Θεό περισσότερο από τη μητέρα, η οποία όχι μόνο μονογενή τον γέννησε, αλλά και μόνη της αυτή χωρίς ανδρική ένωση, ώστε να είναι το φίλτρο διπλάσιο.

Όπως λοιπόν, αφού μόνο δι' αυτής επεδήμησε προς εμάς, φανερώθηκε και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους, ενώ πρίν ήταν αθέατος, έτσι και στον μελλοντικό ατελεύτητο αιώνα κάθε πρόοδος και αποκάλυψη μυστηρίων χωρίς αυτήν θα είναι αδύνατος.

Δια μέσου της Θεομήτορος θα υμνούν το Θεό γιατί αυτή είναι η αιτία, η προστάτης και πρόξενος των αιωνίων. Αυτή είναι θέμα των προφητών, αρχή των Αποστόλων, εδραίωμα των μαρτύρων, κρηπίς των διδασκάλων, η ρίζα των απορρήτων αγαθών, η κορυφή και τελείωση κάθε αγίου.

Ω Παρθένε θεία και τώρα ουρανία, πως να περιγράψω όλα σου τα προσόντα; Πως να σε δοξάσω, το θησαυρό της δόξας; Εσένα και η μνήμη μόνο αγιάζει αυτόν που την χρησιμοποιεί.

Μετάδωσε πλούσια λοιπόν τα χαρίσματά σου στο λαό σου, Δέσποινα, δώσε τη λύση των δεινών μας, μετάτρεψε όλα προς το καλύτερο με τη δύναμή σου, δίδοντας τη χάρη σου για να δοξάζουμε το προαιώνιο Λόγο που σαρκώθηκε από σένα γα μας μαζί με τον άναρχο Πατέρα και το ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους ατελευτήτους αιώνες. Γένοιτο...».


(απόσπασμα από τις Πατερικές εκδόσεις
«Γρηγόριος ο Παλαμάς», τόμος 10ος)



ΠΗΓΗ:www.xfe.gr

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


«Ἄγγελοι καί ἄνθρωποι τῆς πανάγνου,
τήν Ζώνην τήν ἀκήρατον, τιμήσωμεν ἐπαξίως,
ὡς ζώσασαν Θεόν Λόγον.»




Η ανακομιδή της τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου, άλλοι λένε ότι έγινε από τον βασιλιά Αρκάδιο και άλλοι από το γιο του Θεοδόσιο τον Β’.

Η μεταφορά έγινε από την Ιερουσαλήμ στην Κωνσταντινούπολη και την τοποθέτησαν σε μια χρυσή θήκη, που ονομάστηκε αγία Σωρός.

Όταν πέρασαν 410 χρόνια, ο βασιλιάς Λέων ο Σοφός άνοιξε την αγία αυτή Σωρό για τη βασίλισσα σύζυγό του Ζωή, που την διακατείχε πνεύμα ακάθαρτο.

Όταν λοιπόν άνοιξε την αγία Σωρό, βρήκε την τιμία Ζώνη της Θεοτόκου να ακτινοβολεί υπερφυσικά. Και είχε μια χρυσή βούλα, που φανέρωνε το χρόνο και την ημέρα που μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη.

Αφού λοιπόν την προσκύνησαν, ο Πατριάρχης άπλωσε την τιμία Ζώνη πάνω στην βασίλισσα, και αμέσως αυτή ελευθερώθηκε από το δαιμόνιο.

Οπότε όλοι δόξασαν το Σωτήρα Χριστό και ευχαρίστησαν την πανάχραντη Μητέρα Του, η οποία είναι για τους πιστούς φρουρός, φύλαξ, προστάτις, καταφυγή, βοηθός, σκέπη, σε κάθε καιρό και τόπο, ημέρα και νύχτα.

Η τιμία Ζώνη της Υπεραγίας Θεοτόκου βρίσκεται σήμερα στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου στο Άγιο Όρος.



Καταβασία


«Τήν θείαν ταύτην καί πάντιμον,
τελοῦντες ἑορτήν οἱ θεόφρονες,
τῆς ὑπερτίμου ἁγνῆς, Ζώνης σεπτῆς καταθέσεως,
τόν ἐξ αὐτῆς τεχθέντα Θεόν δοξάζομεν».



Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τῆ ὑπερμάχῳ

«Τῆς Θεοτόκου τήν σεπτήν Ζώνην ὑμνήσωμεν,
ὡς χορηγοῦσαν τοῖς πιστοῖς πᾶσιν ἰάματα,
ἀναμέλποντες, ἐφύμνιον μετά πόθου,
ὡς τό σῶμα τῆς πανάγνου περιζώσασαν,
καί Θεόν τον ἐν κοιλίᾳ περιστείλασαν,
ἀνακράζοντες, χαίροις Ζώνη πανέντιμε».



Ὁ οἶκος

«Ἄγγελοι οὐρανόθεν, καί βροτῶν πᾶσα φύσις,
συμφώνως ἀνυμνήσωμεν πάντες, τήν Ζώνην τῆς Παρθένου ἁγνῆς,
πολλῶν γάρ θαυμάτων αὐτουργός πέφηνε~
διόπερ γηθοσύνως μεγαλύνοντες πιστῶς βοῶμεν:
Χαῖρε ἡ Ζώνη Μητρός Κυρίου,
Χαῖρε πηγή μυστηρίου θείου.
Χαῖρε ἀσθενείας λοιμόν καταπαύσασα,
Χαῖρε ἐναντίους ἐχθρούς καταθραύσασα.
Χαῖρε ἡ Ἶρις ἡ οὐράνιος τῆς Θεοῦ καταλλαγῆς,
Χαῖρε κλίμαξ ἐπανάγουσα τούς πιστούς πρός οὐρανούς.
Χαῖρε ὅτι ἐναπέπνιξας τόν ἀρχέκακον ὄφιν,
Χαῖρε ὅτι ἀπενέκρωσας τόν ἀντίπαλον σίντην.
Χαῖρε δι’ ἧς τῶν δεινῶν ἐκλυτρούμεθα,
Χαῖρε δι’ ἧς πᾶν καλόν ποριζόμεθα.
Χαῖρε Σορός ἀσθενῶν ἰατρεία,
Χαῖρε Μονῆς τῆς δε ἡ σωτηρία.
Χαῖρε Ζώνη πανέντιμε».



Συναξάριον

«Τῶ αὐτῶ μηνί ΛΑ΄, ἡ ἀνάμνησις τῆς ἐν τῆ ἁγίᾳ Σορῶ καταθέσεως τῆς τιμίας Ζώνης τῆς ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, ἐν τῶ σεβασμίῳ αὐτῆς οἴκῳ, τῶ ὄντι ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις, ἀνακομισθείσης ἀπό τῆς ἐπισκοπῆς Ζήλας ἐπί Ἰουστινιανοῦ τοῦ βασιλέως, ἐν ἔτει φλ΄ (530). Ἔτι δέ καί τοῦ θαύματος τοῦ γεγονότος διά τῆς ἐπιθέσεως τῆς τιμίας Ζώνης εἰς τήν βασίλισσαν Ζωήν, τήν σύζυγον τοῦ ἐν βασιλεῦσιν ἀοιδίμου Λέοντος τοῦ σοφωτάτου βασιλέως, ἐν ἔτει ωπς΄ (886)».

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΑΡΙΑΣ

Στις 8 Σεπτεμβρίου η Eκκλησία μας γιορτάζει την γέννηση της Παναγίας.


«Δεῦτε ἅπαντες πιστοί, πρὸς τὴν Παρθένον δράμωμεν,
ἰδοὺ γὰρ γεννᾶται, ἡ πρὸ γαστρὸς προορισθεῖσα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν Μήτηρ,
τὸ τῆς παρθενίας κειμήλιον, ἢ τοῦ Ἀαρῶν βλαστήσασα ῥάβδος,
ἐκ τῆς ῥίζης τοῦ Ἱεσσαί, τῶν Προφητῶν τὸ κήρυγμα,
καὶ τῶν δικαίων, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννης τὸ βλάστημα,
Γεννᾶται τοίνυν, καὶ ὁ κόσμος σύν αὐτὴ ἀνακαινίζεται,
Τίκτεται, καὶ ἡ Ἐκκλησία τὴν ἑαυτῆς εὐπρέπειαν καταστολίζεται,
ὁ ναὸς ὁ ἅγιος, τὸ τῆς θεότητος δοχεῖον, τὸ παρθενικὸν ὄργανον, ὁ βασιλικός θάλαμος,
ἐν ὧ τὸ παράδοξον τῆς ἀπορρήτου ἑνώσεως, τῶν συνελθουσῶν ἐπὶ Χριστοῦ φύσεων,
ἐτελεσιουργήθη μυστήριον, ὃν προσκυνοῦντες ἀνυμνοῦμεν,
τὴν τῆς Παρθένου πανάμωμον γέννησιν.»

«Αποκάλυψον προς Κύριον την οδόν σου και έλπισον επ’αυτόν, και αυτός ποιήσει» (Ψαλμός λστ΄στ.5). Φανέρωσε στον Κύριο με εμπιστοσύνη το δρόμο και τις επιδιώξεις και τις ανάγκες της ζωής σου και έλπισε σ’ Αυτόν και Αυτός θα κάνει εκείνα που ζητάς και χρειάζεσαι.

Μ’ αυτήν την εμπιστοσύνη και ελπίδα, ο Ιωακείμ και η Άννα ικέτευαν προσευχόμενοι το Θεό να τους χαρίσει παιδί, να το έχουν γλυκιά παρηγοριά στα γεράματά τους. Και την ελπίδα τους ο Θεός την έκανε πραγματικότητα.

Τους χάρισε την Παρθένο Μαριάμ, που ήταν ορισμένη να γεννήσει το Σωτήρα του κόσμου και να λάμψει σαν η πιο ευλογημένη μεταξύ των γυναικών. Ήταν εκείνη, από την οποία έμελλε να προέλθει Αυτός που θα συνέτριβε την κεφαλή του νοητού όφεως.

Στην Παλαιά Διαθήκη δόθηκαν πολλές προτυπώσεις της Υπεραγίας Θεοτόκου. Μία είναι και η βάτος στο Σινά, την οποία ενώ είχαν περιζώσει φλόγες φωτιάς, αυτή δεν καιγόταν. Ήταν απεικόνιση της Παρθένου, που θα γεννούσε το Σωτήρα Χριστό και συγχρόνως θα διατηρούσε την παρθενία της.

Έτσι, η Άννα και ο Ιωακείμ, που ήταν από το γένος του Δαβίδ, με την κραταιά ελπίδα που είχαν στο Θεό απέκτησαν απ’ Αυτόν το επιθυμητό δώρο, που θα συντροφεύει τον κόσμο μέχρι συντελείας των αιωνών.



Απολυτίκιο

«Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάση τὴ οἰκουμένη, ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον».



Ὁ Oἶκος

«Ἡ προσευχὴ ὁμοῦ καὶ στεναγμός, τῆς στειρώσεως καὶ ἀτεκνώσεως Ἰωακείμ τε καὶ Ἄννης, εὐπρόσδεκτος, καὶ εἰς τὰ ὦτα Κυρίου ἐλήλυθε, καὶ ἐβλάστησαν καρπὸν ζωηφόρον τῶ κόσμω, ὁ μὲν γὰρ προσευχὴν ἐν τῷ ὄρει ἐτέλει, ἡ δὲ ἐν παραδείσῳ ὄνειδος φέρει, ἀλλὰ μετὰ χαράς, ἡ στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν».



Κοντάκιον

«Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ὄνειδισμού ἀτεκνίας, καὶ Ἀδὰμ καὶ Εὔα, ἐκ τῆς φθορᾶς τοῦ θανάτου, ἠλευθερώθησαν, Ἄχραντε, ἐν τῇ ἁγία γεννήσει σου, αὐτὴν ἑορτάζει καὶ ὁ λαός σου, ἐνοχῆς τῶν πταισμάτων, λυτρωθεὶς ἐν τῷ κράζειν σοί, Ἡ στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν».




ΠΗΓΗ:www.xfe.gr

ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά



«…Εάν το δένδρο αναγνωρίζεται από τον καρπό, και το καλό δένδρο παράγει επίσης καλό καρπό, η μητέρα της αυτοαγαθότητος, η γεννήτρια της αιώνιας καλλονής, πως δεν θα υπερείχε ασύγκριτα κατά την καλοκαγαθία από κάθε αγαθό εγκόσμιο και υπερκόσμιο;

Διότι η δύναμη που καλλιέργησε τα πάντα, ο προαιώνιος και υπερούσιος Λόγος, από ανέκφραστη φιλανθρωπία και ευσπλαχνία γιά χάρη μας θέλησε να περιβληθεί τη δική μας εικόνα, για να ανακαλέσει τη φύση πού σύρθηκε στον άδη και να την ανακαινίσει, γιατί είχε παλαιωθεί και να την αναβιβάσει προς το υπερουράνιο ύψος της βασιλείας και θεότητός του.

Και βρίσκει αυτήν την αειπάρθενη η οποία υμνείται από μας σήμερα που γιορτάζουμε την παράδοξη είσοδό της στα άγια των αγίων και την εκλέγει ανάμεσα από όλους ανά τους αιώνες εκλεκτούς και θαυμαστούς και περιβόητους για την ευσέβεια και σύνεση και σε λόγια και σε έργα.

Ήταν αδύνατο η υψίστη και υπεράνω του νου καθαρότης, ο σαρκωθείς Λόγος, να ενωθεί με μολυσμένη φύση, γιατί ένα μόνο πράγμα είναι αδύνατο στο θεό, το να έλθει σε ένωση με ακάθαρτο, πριν αυτό καθαρισθεί. Γι' αυτό και χρειαζόταν κατ' ανάγκη μια τελείως αμόλυντη και καθαρότατη παρθένο για κυοφορία και γέννηση εκείνου που είναι και εραστής της και δοτήρας της καθαρότητας, η οποία και προορίσθηκε και φανερώθηκε και τό σχετικό με αυτήν μυστήριο τελέσθηκε, με πολλά παράδοξα γεγονότα.

Πρώτα η γέννησή της από το ζεύγος που ζητούσε με άσκηση και προσευχή τη λήξη της ατεκνίας τους και έλαβαν την υπόσχεση και συνέλαβαν τη τωρινή Θεομήτωρα. Και επειδή οι πολυάρετοι γονείς της πέτυχαν το ζητούμενο, έσπευσαν να εκπληρώσουν την προς το Θεό υπόσχεσή τους και μετά τον απογαλακτισμό την οδηγούν στο ιερό του Θεού και στον ιεράρχη που ευρίσκετο εκεί, αλλά και αυτή μόνη της με ελεύθερη γνώμη προσήλθε στο Θεό και διέμενε στα άγια των αγίων. Τρεφόταν δε από πάνω με άγγελο με απόρρητη τροφή που δυνάμωνε καλύτερα τη φύση της και τελειοποιούσε τον εαυτό της κατά το σώμα, ώστε το κατάλληλο καιρό να ανοιχθούν οι ουράνιες μονές και να δοθούν για αιώνια κατοίκηση σε όσους πιστεύουν στη παράδοξη γέννα της.

Έχοντας πλέον από τη μητρική ακόμη κοιλιά τέτοια θεία χαρίσματα και φυσικά δώρα, δεν δέχθηκε ούτε καμιά άλλη επίκτητη φύση (διότι έτσι νομίζω ότι πρέπει να ονομάζουμε τα από τους δασκάλους αποκτήματα) να εισφέρει μέσα της φοιτώντας σε δασκάλους. Αντίθετα, αφού παρέδωσε στο Θεό τον ηγεμονικό νου ως υπήκοο σε όλα, εγκατέλειψε δε τελείως τα διδάγματα των ανθρώπων και έτσι δέχθηκε άφθονη την από τα άνω σοφία, στο σημείο της ηλικίας που οι γονείς τοποθετούν τα παιδιά χωρίς τη θέλησή τους ως νήπια κάτω από τη καθοδήγηση νηπιαγωγού και τα παραδίδουν σε γραμματοδιδασκάλους, αυτή παρακάθεται μαζί με το Θεό σε άγια άδυτα σαν θεσπέσια ανάκτορα, ως βασιλικός έμψυχος θρόνος ανώτερος από κάθε έδρα, στολισμένος ολόκληρος με αρετές που πρέπουν σε τέτοιο βασιλέα που κάθεται σε αυτόν.

Μόλις τριών ετών που μόλις είχε αποκοπεί από το θήλασμα και τη δίαιτα της αγκαλιάς δείκνυε το πρέπον σε όσους γνωρίζουν να κρίνουν αλάθευτα. Όταν έφθασε κοντά στα πρόθυρα του ιερού, ενώ νεάνιδες ευγενείς ντυμένες επάξια προς το γένος τους την περιστοίχιζαν κρατώντας λαμπάδες και έτσι με επισημότατη πομπή την προέπεμπαν με ευταξία προς το εσωτερικό, σε αυτό το σημείο φάνηκε ότι αισθανόταν καλύτερα από όλους όσα συμβαίνουν και πρόκειται να της συμβούν. Σεμνή τότε και χαρούμενη και θαυμαστή με το κατάλληλο παράστημα και ήθος και φρόνημα προχωρούσε και έρχεται σε συνάντηση με τον αρχιερέα.

Και αμέσως εγκατέλειψε όλους γονείς, τροφούς, συνομήλικες και αποχωρίσθηκε από τους συναγμένους, μόνη εντελώς, χαρούμενη προχωρεί στον αρχιερέα ο οποίος την εισήγαγε στα άγια των αγίων και έπεισε όλους τους τότε ζώντας να δέχονται το γεγονός αυτό, με τη σύμπραξη και τη συναπόφαση του Θεού. Διότι επρόκειτο να γίνει σκεύος εκλογής, όχι όπως η κιβωτός γεμάτο σκιές και τύπους, αλλά γεμάτο αλήθεια, για να βαστάσει κυοφορώντας εκείνον τον ίδιο, του οποίου το όνομα είναι θαυμαστό. Τι σπουδαίο θαύμα;


Ας δούμε λοιπόν, πως τίθεται τέλος στους τύπους, πως πάνω σε εκείνη ακριβώς τη σκιαγραφία τελετουργείται η μορφή της αλήθειας. Εισήλθε στα πρόσκαιρα άγια των αγίων η παντοτινή αγία των αγίων. Εισήλθε η αχειροποίητη σκηνή του Λόγου, η λογική και έμψυχη κιβωτός του άρτου της ζωής που αληθινά αποστάλθηκε σε εμάς από τους ουρανούς. Εισήλθε η βίβλος της ζωής, που δεν δέχθηκε τύπους λόγου, αλλά τον ίδιο το Λόγο του Πατρός απορρήτως. Σε αυτήν την αληθινή κιβωτό παρίστανται όχι οι τύποι των αγγέλων, αλλά οι ίδιοι οι άγγελοι και το σπουδαιότερο είναι ότι δεν επεσκίαζαν απλά, αλλά διακονούσαν και υπηρετούσαν στη διατροφή. Διατροφή που δεν είναι δυνατό να πούμε ούτε τι ήταν, τόσο ξεπερνούσε σε θαυμασμό και το πολυθρύλητο εκείνο μάννα.

Ο διακομιστής ήταν καθαρό σύμβολο της αγγελικής πολιτείας της Παρθένου σε αυτό το στάδιο της ηλικίας την υπηρετούσε συνεχώς και δεν την επεσκίαζε, υποσχόμενος σε αυτήν το μελλοντικό μεγαλείο. Αυτήν άλλωστε πρόκειτο να επισκιάσει, όχι άγγελος ούτε αρχάγγελος ούτε τα ίδια τα Χερουβίμ και τα Σεραφείμ, αλλά η ίδια η ενυπόστατη δύναμη του Υψίστου. Τούτο μάλιστα δεν είναι επισκίαση αλλά καθαρά ένωση, όχι μόνο στη γαστέρα αλλά και μόρφωση. Και το μορφωμένο από τα δύο, δηλαδή από τη δύναμη του Υψίστου και στη παναγία και παρθενική εκείνη γαστέρα ήταν ο Λόγος Θεού σαρκωμένος.

Πω πω, σε ποιό βάθος μυστηρίου κατεβάσαμε το λογο! Και έτσι ζούσε λοιπόν σαν στο παράδεισο, βίο απαράσκευο, αφρόντιστο, αμέριμνο, αμέτοχο αγενών παθών, ζώντας μόνο για το Θεό, βλεπόμενη μόνο από το Θεό, τρεφόμενη μόνο από το Θεό και γενικά αφιερωμένη συνεχώς στο Θεό.

Ζούσε την ιερά ησυχία, τη στάση του νου και του κόσμου, τη λησμονιά των κάτω, την μύηση των άνω, την απόθεση των νοημάτων προς το καλύτερο, δια της παιδείας από την ησυχία που θεωρούμε μέσα το Θεό. Αφού λύθηκε από κάθε υλικό δεσμό ανυψώθηκε πάνω και από αυτή τη συμπάθεια προς το σώμα της, σύνηψε το νου της με τη προς τον εαυτό στροφή και προσοχή και με τη αδιάλειπτο θεία προσευχή. Και δι' αυτής ερχόμενη τελείως στον εαυτό της και υπερβαίνοντας το πολύμορφο συρφετό των λογισμών, διέκρινε νέα και απόρρητη οδό στους ουρανούς, που θα την έλεγα νοητή σιγή.

Αφού έτσι μυήθηκε στα ανώτατα μυστήρια με αυτές τις ακρότατες θεωρίες και κατά το τρόπο αυτόν ενώθηκε και αφομοιώθηκε με το Θεό, μόνη αυτή στους αιώνες επετέλεσε αυτή την υπερφυά πρεσβεία για χάρη μας και μόνη της την αποπεράτωσε, πραγματοποιώντας το μέγα και το πάνω από το μέγα κατόρθωμα. Διότι δεν έγινε μόνο καθ' ομοίωση Θεού, αλλά και έκαμε το Θεό καθ' ομοίωση ανθρώπου. Και δεν το έκανε αυτό πείθοντάς τον, αλλά και τον κυοφόρησε ασπόρως και τον γέννησε αφράστως, κατά την χάρη από το Θεό (γι' αυτό και προσαγορεύθηκε από τον αρχάγγελο, κεχαριτωμένη).

Ποιος μπορεί να περιγράψει τα μεγαλεία σου, παρθένε; Έγινες Θεομήτωρ, ένωσες το νου με το Θεό, ένωσες το Θεό με τη σάρκα, έκανες το Θεό υιό ανθρώπου και τον άνθρωπο υιό Θεού, συμφιλίωσες τον κόσμο με τον ποιητή του κόσμου. Μας δίδαξες με έργα ότι το θεωρείν δεν προσγίνεται μόνο με αίσθηση ή και λογισμό στους πραγματικούς ανθρώπους (διότι τότε θα ήσαν λίγο μόνο καλύτεροι από τα άλογα), αλλά πολύ περισσότερο με τη κάθαρση του νου και τη μέθεξη της θείας χάριτος, κατά την οποία εντρυφούμε στα θεοειδή κάλλη όχι με λογισμούς, αλλά με άυλες επαφές. Έκαμες τους ανθρώπους ομοδίαιτους με τους αγγέλους, ή μάλλον αξίωσες και μεγαλύτερων βραβείων, αφού συνέλαβες από το άγιο Πνεύμα θεανδρική μορφή και την γέννησες παράδοξα και κατέστησες την ανθρώπινη φύση απορρήτως συμφυή και, θα λέγαμε, ομόθεη με τη θεία φύση.

Ας φυλάττουμε επομένως τη προς το Θεό και προς αλλήλους ενότητα, που έχει εντυπωθεί σ' εμάς από το Θεό θείως, δια των δεσμών της αγάπης. Ας βλέπουμε πάντοτε προς τον άνω γεννήτορα. Ας υψώσουμε άνω προς αυτόν τη καρδιά μας. Ας παρατηρήσουμε το μέγα τούτο θέαμα, τη φύση μας να συνδιαιωνίζει αύλως με το πυρ της Θεότητος, και, αποβάλλοντας τους δερμάτινους χιτώνες, που έχουμε ενδυθεί από τη παράβαση, ας σταθούμε σε αγία γη, αναδεικνύοντας ο καθένας μας τη δική του γη αγία δια της αρετής και της προς το Θεό σταθερής αφοσιώσεως, να φωτισθούμε και φωτιζόμενοι να συνδιαιωνίσουμε σε δόξα της τρισηλίας Θεότητος που πρέπει κάθε δόξα, κράτος, τιμή και προσκύνηση τώρα και στους ατέλειωτους αιώνες. Γένοιτο...».



ΠΗΓΗ:www.xfe.gr

Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

Απαντήσεις> Ευχέλαιο

Απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά

Ανδρέα Θεοδώρου, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, 1997, σελ. 181-184.






Ποιος είναι ο σκοπός του ιερού μυστηρίου του ευχελαίου;


Τον καθορίζει ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος: «Ασθενεί τις εν υμίν; προσκαλεσάσθω τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας, και προσευξάσθωσαν επ' αυτόν αλείψαντες αυτόν ε λαίω εν τω ονόματι του Κυρίου και η ευχή της πίστεως σώσει τον κάμνοντα, και εγερεί αυτόν ο Κύριος∙ καν αμαρτίας η πεποιηκώς, αφεθήσεται αυτώ» (5,14-15).

Σύμφωνα με το αγιογραφικό χωρίο σκοπός του ιερού μυστηρίου είναι πρωταρχικά και κύρια η ίαση της σωματικής νόσου που κατατρύχει τον πιστό. Είναι κανείς άρρωστος από σας; ερωτά. Αν είναι, ας προσκαλέσει τους πρεσβυτέρους (περισσότεροι του ενός) στο σπίτι του, και ας προσευχηθούν στο Θεό γι' αυτόν, αφού τον αλείψουν με αγιασμένο έλαιο.

Η επάλειψη συνοδεύεται από την ευχή: «Πάτερ ’γιε, ιατρέ των ψυχών και των σωμάτων, ο πέμψας τον μονογενή σου Υιόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, πάσαν νόσον ιώμενον και εκ θανάτου λυτρούμενον, ίασαι και τον δούλον σου (τόνδε), εκ της περιεχούσης αυτόν σωματικής και ψυχικής ασθενείας, και ζωοποίησον αυτόν δια της χάριτος του Χριστού σου...» (Μικρόν Ευχολόγιον, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, 1992, σελ. 194)

Αφού γίνει αυτό, η προσευχή της πίστεως θα κάνει καλά τον άρρωστο, κι αν έχει κάνει αμαρτίες θα του τις συγχωρήσει ο Θεός.

Στο ιερό αυτό μυστήριο έχουμε αρκετές δογματικές δυσκολίες. Αν και είναι μυστήριο που, όπως και τα άλλα, δρα εξ ανάγκης, εν τούτοις δε διαπιστώνουμε πάντοτε αυτό στην πράξη. Ενώ δηλαδή στα άλλα μυστήρια η ενέργεια της χάριτος είναι μυστική και αθέατη (στο βάπτισμα δε βλέπουμε πως η χάρη καθαρίζει την ψυχή από το προπατορικό αμάρτημα, στη μετάνοια πως αποκαθίσταται η δικαίωση του αμαρτωλού κ.λπ.), στο μυστήριο του ευχελαίου το αποτέλεσμα καθορίζεται ως εξωτερικό και ορατό: θα γίνει καλά ο άνθρωπος, θα σηκωθεί από την κλίνη της αρρώστιας του, θα περπατήσει (ίσως όχι αμέσως) κ.λπ. Αυτό όμως συνήθως δε διαπιστώνεται.

Γι' αυτό και οι περισσότεροι πιστοί, όταν αρρωστήσουν, επισκέπτονται τους γιατρούς και τις κλινικές και όχι τους ιερείς και τους ναούς. Ολίγοι είναι εκείνοι που προσφεύγουν στη βοήθεια της χάριτος του Θεού. Γιατί να μην παρέχεται πάντοτε η σωματική ίαση των ασθενούντων; Μήπως φταίει η έλλειψη πίστεως του ασθενούντος ή των οικείων του; Πολύ πιθανό. ’λλωστε, συστήνοντας ο Κύριος το ευχέλαιο δεν αποσκοπούσε στη διαρκή αποτροπή του θανάτου από τα μέλη της Εκκλησίας Του.

'Ισως να μη χορηγεί την ίαση, γιατί η παράταση της ασθένειας στο συγκεκριμένο ασθενή έχει σωτήρια γι' αυτόν αποτελέσματα, όπως μπορεί να έχει και ο θάνατος. Τα πράγματα όμως αυτά γνωρίζει μονάχα ο Θεός. Είναι, λοιπόν, ανενεργές το ιερό μυστήριο; Ασφαλώς όχι. Ενεργεί εκεί που θέλει ο άγιος Θεός και όταν φυσικά συντρέχουν οι κατάλληλες υποκειμενικές συνθήκες (κυρίως η πίστη: «η ευχή της πίστεως σώζει τον κάμνοντα»).

Η δεύτερη δυσκολία που είναι μεγαλύτερη της πρώτης, είναι η άφεση των αμαρτιών του ασθενούντος. Το ευχέλαιο συγχωρεί αμαρτίες. Για το σκοπό όμως αυτό υπάρχει άλλο θεοσύστατο μυστήριο, η μετάνοια και εξομολόγηση. Να υποθέσουμε ότι το ένα μυστήριο καθιστά άχρηστο το άλλο; Αν δηλαδή κάνω το ιερό ευχέλαιο και συγχωρηθούν οι αμαρτίες μου, μπορώ να μην προσέλθω στο μυστήριο της μετανοίας; Είναι πολύ τολμηρό και επικίνδυνο να ισχυρισθεί κανείς κάτι τέτοιο.

Η μετάνοια είναι αυτοτελές και κυριώδες μυστήριο, που δεν μπορεί να αντικατασταθεί άπ' οτιδήποτε άλλο. Τι συμβαίνει, λοιπόν; Να υποθέσουμε οτι στο ευχέλαιο συγχωρούνται τα λείψανα της αμαρτίας, στην οποία οφείλεται η σωματική ασθένεια, τα οποία δεν εξομολογήθηκαν στον ιερέα, ή άλλα που δεν μπορεί ο ασθενής, λόγω της καταστάσεως του, να εξομολογηθεί; Ποιος μπορεί να γνωρίζει αυτά τα πράγματα;

Τρίτη, τέλος, δυσκολία, είναι η πράξη της Εκκλησίας να τελεί το μυστήριο του ευχελαίου και σε υγιή μέλη της. Σε τι αποβλέπει η πράξη αύτη; Αφού είναι υγιής ο πιστός, γιατί να κάνει το ευχέλαιο; Αν πάλι για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του, αυτό δεν καταστρατηγεί το ιερό μυστήριο της μετανοίας;

Ή μπορεί κατά πλεονασμό να κάνει και τα δύο; Μα θα μού πείτε, ότι απόλυτα υγιής δεν είναι κανένας και ότι όλοι λίγο πολύ πάσχουμε από κάτι. Όμως δεν είναι αυτό που υπονοεί η Γραφή, αλλά τις περιπτώσεις εκείνες, κατά τις όποιες ο πιστός είναι σοβαρά ασθενής και είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι («και εγερεί αυτόν ο Κύριος»).

Και μια τελευταία ανθρώπινη σκέψη. Μήπως η διακονία του ιερού μυστηρίου σε υγιείς εκτός των άλλων βοηθεί στο να συντηρείται τούτο στη μνήμη του πληρώματος, το οποίο σιγά σιγά θα περιερχόταν σε λησμοσύνη, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειονότητα των πιστών, όταν αρρωστήσουν, προσφεύγουν στα μέσα της ανθρώπινης επιστήμης και όχι στο μυστήριο της Εκκλησίας;

Στη Δυτική Εκκλησία το μυστήριο του ευχελαίου παρέχεται ως έσχατη χρίση σε περιπτώσεις βαριά ασθενούντων, ως εφόδιο κατά του επικείμενου θανάτου. Σε μας το εφόδιο αυτό είναι η κοινωνία των αχράντων μυστηρίων.



ΠΗΓΗ:www.apostoliki-diakonia.gr

Απαντήσεις > Ο Γάμος

Απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά

Ανδρέα Θεοδώρου, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, 1997, σελ. 178-181.




Ποιος είναι ο σκοπός τον ίερον μυστηρίου τον γάμου;

Να αγιάσει το φυσικό δεσμό ανδρός και γυναικός. Ο γάμος είναι πράξη φυσική, ριζωμένη στη δημιουργία. Ο Θεός έπλασε τα φύλα για να συνέρχονται, να κάνουν παιδιά και να πολλαπλασιάζεται το γένος. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος διαιωνίσεως του είδους, και ας λένε μερικοί ότι , αν δεν αμάρτανε ο άνθρωπος, θα πολλαπλασιαζόταν με έναν άλλο πνευματικότερο τρόπο!

Με την πτώση όμως στην αμαρτία η λειτουργία των φύλων και η γαμική ένωση γενικά ακολούθησε την κοινή αχρείωση της φύσεως. Με την ενανθρώπηση του ο Χριστός ανύψωσε την πεσμένη φύση και άγιασε το φθαρέντα του γάμου δεσμό. Αυτό γίνεται στην Εκκλησία στο ιερό μυστήριο του γάμου. Σ' αυτό οι ελευθέρως αποφασίζοντες να συζευχθούν λαμβάνουν τη χάρη του αγίου Πνεύματος, η οποία αγιάζει το φυσικό τους δεσμό και τους χορηγεί δύναμη ν' ανταπεξέλθουν στους υψηλούς στόχους του γάμου, που είναι το φάρμακο της επιθυμίας, ο συμπνευματισμός, η αλληλοβοήθεια και η παιδοποιία.



Ο φυσικός έρωτας στο γάμο είναι αμαρτία;


Όχι, βέβαια, μια κι ο Χριστός τον αγίασε και τον ευλόγησε με τη χάρη του. Ο Παύλος λέγει, ότι η κοίτη (η ερωτική συνεύρεση) σ' ένα χριστιανικό ζευγάρι είναι αμίαντη. Αρκεί βέβαια η σχέση να είναι η φυσιολογική έκφραση της αγάπης των συζύγων, χωρίς υπερβολές και σεξουαλικές διαστροφές, πράγματα που φυσικά απαγορεύονται.



Ο έλεγχος των γεννήσεων απαγορεύεται;

Καλό θα ήταν να μην υπήρχε. Είναι το ιδεώδες, το σύμφωνο με τη φυσική τάξη και το θέλημα του Θεού, μια και η φυσική τάξη προέρχεται απ' αυτόν. Το ιδεώδες όμως δεν είναι κι εδώ εφικτό. Στη σύγχρονη εποχή με τον πυκνό και ταχύτατο ρυθμό της και τις πολυπληθείς απαιτήσεις και ανάγκες της, μια υπερπολυπληθής οικογένεια, που αν υπάρχει και είναι αληθινά ζώσα, είναι χάρμα Θεού και καύχημα ανθρώπων, δημιουργεί πολλά και πιεστικά προβλήματα στους γονείς και τα παιδιά, που καμιά φορά είναι δυσανάλογα με την αντοχή ανθρώπων αδυνάτων. Στις περιπτώσεις αυτές μια κατ' οικονομίαν θεώρηση των πραγμάτων από την Εκκλησία με πνεύμα αγάπης και κατανοήσεως, θ' αποσοβούσε θλιβερές καταστάσεις στη ζωή του χριστεπώνυμου πληρώματος της Εκκλησίας.

Η πλήρης αποφυγή της τεκνογονίας είναι επίμεμπτη και κακή.



Αφού ο γάμος είναι αδιάλυτος δεσμός, γιατί η Εκκλησία επιτρέπει το διαζύγιο;

Ο γάμος είναι μυστηριακός δεσμός. Ο Παύλος τον παραβάλλει με τον άδιάλυτο δεσμό Χριστού και Εκκλησίας (Εφεσ. 5,32). Όπως ο Χριστός είναι δεμένος με την Εκκλησία του σε μια μυστηριακή ενότητα αδιάσπαστη και αδιάλυτη, έτσι και οι σύζυγοι ενώνονται σε μια ένωση δια βίου, αδιάσπαστη και αδιάλυτη. Αυτό που ενώνει δια του γάμου ο Θεός, ο άνθρωπος δεν πρέπει να το χωρίζει (Ματθ. 19,6). Ο θάνατος μόνο είναι ο φυσικός λύτης της συζυγικής ένότητος.

Αλλά και εδώ ανακύπτει το θέμα του ιδεώδους και του εφικτού. Ο αδιάλυτος γάμος είναι το τέλειο και το ιδεώδες. Επειδή όμως το ιδεώδες αυτό αναφέρεται σε ανθρώπους αδύναμους και αμαρτωλούς, δεν είναι πάντοτε εφικτός στην εμπερίστατη και πεζή μας πραγματικότητα. Ο Κύριος ανεγνώρισε ένα λόγο διαλύσεως του γάμου, την πορνεία (Ματθ. 5,32). Το αμάρτημα αυτό, προσβάλλοντας την πίστη την αγάπη και τον αλληλοσεβασμό των συζύγων, σπάει ουσιαστικά και καταργεί την ιδέα του γάμου και νεκρώνει την οικογένεια. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ούτε και την συζυγική απιστία αποδέχεται ως λόγο λύσεως του γάμου. Δε δίνει διαζύγιο. Επιτρέπει μόνο το χωρισμό των συζύγων από κοίτης και τραπέζης (να μη κοιμούνται και να μην τρώγουν μαζί).

Το κανονικό δίκαιο της Εκκλησίας αποδέχεται και άλλους λόγους διαζυγίου, τους οποίους επιβάλλει η πολύπλοκη ζωή και η κακότητα των ανθρώπων. Η τελευταία αυτή ήταν και ο βασικός λόγος, που ο Θεός στην Π. Διαθήκη επέτρεψε την διάλυση του γάμου (Ματθ. 19,8), κυρίως για να προστατεύσει τη γυναίκα από τη σκληροκαρδία του συζύγου.

Αλήθεια, μια οικογένεια που έπαυσε ουσιαστικά να ζει, γιατί να διαιωνίζεται έπ' άπειρον; Χωρίς φυσικά να θέλουμε να πούμε, ότι το διαζύγιο πρέπει να είναι μια εύκολη και πρόχειρη υπόθεση.



Τι είναι οι μικτοί γάμοι;


Είναι κατ' οϊκονομίαν γάμοι μεταξύ ορθοδόξων και ετεροδόξων. Κατ' ακρίβεια δογματική οι γάμοι αυτοί δεν πρέπει να γίνονται. Εφόσον ο ετερόδοξος δεν είναι μέλος της Όρθόδοξης Εκκλησίας, πως μπορεί να δεχθεί ορθόδοξο μυστήριο; Ή πρέπει να γίνει και αυτός ορθόδοξος, ή αυτό που γίνεται δεν έχει ουσιαστικά κανένα κύρος και καμιά αξία. Η Εκκλησία όμως οικονομεί τα πράγματα επιτρέπουσα το ανεπίτρεπτο, για να προλάβει μεγαλύτερα κακά, έναν πολιτικό γάμο ή μια παράνομη συμβίωση ή και άποσκίρτηση του ορθόδοξου μέλους και προσχώρηση του σε έτερόδοξες εκκλησιαστικές κοινότητες.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία προκειμένου να ευλογήσει έναν τέτοιο γάμο, θέτει σαν προϋπόθεση την τέλεση του σε ορθόδοξο ναό και κατά το ορθόδοξο τυπικό, με γραπτή υπόσχεση του άλλου μέρους ότι τα τέκνα, που ενδεχομένως προκύψουν από το γάμο, θα βαπτισθούν και θα ανατραφούν ορθόδοξα. Φυσικά το ίδιο απαιτεί και το έτερο μέρος, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, αν στο γάμο αυτό μετέχει δικό της μέλος. Για τους Προτεστάντες το ζήτημα είναι αδιάφορο. Αυτοί είναι πρακτικοί άνθρωποι.



Τι αντιπροσωπεύει ο πολιτικός γάμος;

Από δογματική άποψη τίποτα. Είναι σκέτο κατασκεύασμα ανθρώπων, χωρίς καμιά εσωτερική θρησκευτική πνοή. Είναι συμβόλαιο κοινωνικό, που νομοθετεί η πολιτεία δια να προστατεύσει και να κατοχυρώσει νομικά την οικογένεια, τη συμβίωση ανδρός και γυναικός. Ο γάμος αυτός όπως εύκολα συνάπτεται, το ίδιο εύκολα και διαλύεται με την κοινή συναίνεση των συζύγων, με όλες φυσικά τις συνέπειες που καθορίζει ο νόμος.

Ο ορθόδοξος πιστός ποτέ δε θα στέρξει έναν τέτοιο γάμο. Το θεωρεί εύσχημη πορνεία. Γι αυτόν είναι σημείο εκπτώσεως από τη μυστηριακή χάρη, τη χριστιανική πίστη και γενικότερα την Εκκλησία. Δεν παραβλέπουμε φυσικά τις πολλές και αδήριτες καμιά φορά περιστάσεις στις όποιες μπορεί να βρεθεί ένας ορθόδοξος χριστιανός, ζώντας σε χώρες που η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει αισθητή την παρουσία της, και το γενικότερο κλίμα δεν είναι καθόλου θρησκευτικό. Αν κάνει γάμο πολιτικό, θα τον κάνει από σκοπιμότητα και θα βρίσκεται στο έλεος του Θεού. Εκτός κι αν κάνει παράλληλα και θρησκευτικό.




ΠΗΓΗ:www.apostoliki-diakonia.gr

Απαντήσεις> Θεία Ευχαριστία

Απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά

Ανδρέα Θεοδώρου, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, 1997, σελ. 165-172.





Πόσο σημαντικό είναι το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας;


Το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας είναι μυστήριο θεοποιητικό. Κατ' αυτό η φύση του ανθρώπου ζυμώνεται με τη θεότητα. Ενώνεται μυστηριακώς με το σώμα και το αίμα του Θεού, γεμίζει από Θεό, θεοποιείται. Ο κοινωνών λαμβάνει άφεση αμαρτιών και ζωήν αιώνιον. Αθανατίζεται, αφθαρτοποιείται. Μαζί με το βάπτισμα είναι κορυφαίο μυστήριο της Εκκλησίας. Καλείται δε «κυριακό» -όπως και το βάπτισμα- γιατί έχει άμεση τη σύσταση του άπό τον Κύριο (Ματθ. 26, 26-28).



Ποια είναι η φύση τον ιερού μυστηρίου;

Είναι μυστήριο και θυσία. Είναι μυστήριο κατά το οποίο, δια της ευχής του ιερέα, κατέρχεται η χάρη του αγίου Πνεύματος και μεταβάλλει τα φυσικά στοιχεία του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού. Το πράγμα είναι μυστήριο φοβερό, ανερμήνευτο και ακατάληπτο. Η μεταβολή και μεταποίηση γίνεται στην ουσία των φυσικών στοιχείων. Χάνουν δηλαδή τα στοιχεία τη δική τους ουσία, και τη θέση της καταλαμβάνουν το άχραντο σώμα και το τίμιο αίμα του Χριστού.

Φυσικά διατηρούν τα συμβεβηκότα, όσα υπάρχουν περί την ουσία, δηλαδή τις φυσικές τους ποιότητες του βάρους, του χρώματος, της οσμής, της γεύσεως, της οξύτητος (του οίνου) κ.α. Αυτός που κοινωνεί δέχεται αυτούσιο το σώμα και το αίμα του Χριστού, αυτό που γεννήθηκε, αυξήθηκε, έπαθε στο σταυρό, αναστήθηκε εκ των νεκρών και, θεωμένο, αναλήφθηκε στους ουρανούς. Κοινωνεί ολόκληρης της ανθρώπινης φύσεως του Κυρίου και συνημμένως της θεότητός του, που είναι αχώριστα ενωμένη με αυτή. Κατ' επέκταση κοινωνεί και του τριαδικού Θεού!

Η θεία Ευχαριστία είναι ταυτόχρονα και θυσία. Είναι η ίδια η θυσία του σταυρού, πρόληψη της όποιας έκανε ο Σωτήρας κατά το Μυστικό Δείπνο της Μ. Πέμπτης. Είναι η ίδια θυσία με τη σταυρική, προσφερόμενη όμως αναιμάκτως, ενώ η θυσία του Σταυρού έγινε εν αίματι. Ομοίως, ενώ η σταυρική θυσία έγινε μια για πάντα για την κατάργηση της αμαρτίας και του θανάτου, η θυσία της ευχαριστίας γίνεται πολλάκις, με σκοπό να εφαρμόσει τα σωτήρια αγαθά της μεγάλης εκείνης θυσίας στο σώμα των πιστευόντων μελών της Εκκλησίας. Στη θυσία της Ευχαριστίας θύτης και θύμα είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο οποίος προσφέρεται δια χειρός του ιερέως.



Όταν κοινωνεί κανείς χωρίς ηθική προπαρασκευή, κάνει μεγάλο αμάρτημα;

Ναι, πολύ μεγάλο. Διότι δε «διακρίνει» το σώμα και το αίμα του Χριστού (Α΄ Κορ. 11, 29). Δεν το χωρίζει από τις άλλες φυσικές τροφές. Δεν έχει αίσθηση αυτού που κάνει, ότι δηλαδή δέχεται μέσα του τον Κύριο. Προσέρχεται χωρίς να έχει φόβο θεού. Το χειρότερο δε, ανακατεύει το σώμα και το αίμα του Χριστού με ένα σωρό ηθικές ακαθαρσίες που φωλιάζουν στην ψυχή του και με τα αισχρά έργα της ανομίας του. Έτσι, αντί να λάβει θεία ευλογία, δέχεται στην ψυχή του κρίμα και κατάκριμα, γινόμενος έρμαιο του διαβόλου. Στην αρχαία Εκκλησία πολλοί που κοινωνούσαν αδιάκριτα αρρώσταιναν και πέθαιναν. Η προπαρασκευή για τη θεία κοινωνία είναι η ειλικρινής μετάνοια και η εξομολόγηση.



Όταν κοινωνεί κανείς μια μικρή μερίδα από τα αγιασμένα θεία δώρα, κοινωνεί ολόκληρο το Χριστό;

Ναι. Κοινωνεί ολόκληρο το σώμα και το αίμα του Κυρίου, ολόκληρη την ανθρωπότητα του και τη συνημμένη θεότητα του Λόγου. Δεν κοινωνεί τόσο μόνο από το σώμα και το αίμα του Χριστού, όσο αναλογεί στον όγκο και την έκταση του αγίου μεριδίου που δέχεται. Και στο πιο μικρό τεμάχιο της θείας Ευχαριστίας υπάρχει ολόκληρος ο Χριστός. Τόσο ο ιερέας που καταλύει ολόκληρη την ποσότητα των τιμίων δώρων που απομένει μετά την μετάληψη των πιστών, όσο και ο πιστός που δέχεται ένα μικρό μονάχα μέρος, κοινωνούν τον ίδιο Χριστό.

Όπως σε ένα μεγάλο καθρέφτη ανακλάται ολόκληρος ο ήλιος αν θραύσουμε τον καθρέφτη σε πολλά κομμάτια σε κάθε ένα από αυτά θα ανακλάται πάλι ο ίδιος ήλιος έτσι και ο Χριστός βρίσκεται ολόκληρος σε όλη την ποσότητα των καθαγιασθέντων τιμίων δώρων, όπως και σε ενα μικρό μερίδιο αυτών. Συγχρόνως είναι παρών και σε όλα τα αγία ποτήρια των ορθοδόξων ναών, όπου τελείται το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Είναι το μέγιστο θαύμα του Θεού!



Είναι σωστός ο όρος «μετουσίωση» ( transsubstantiatio );

Τον όρο αυτό χρησιμοποιεί κυρίως η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Δεν είναι εσφαλμένος. Εννοιολογικά αντιστοιχεί με τους όρους «μεταβολή», «μεταποίηση», «μεταστοιχείωση», που χρησιμοποιεί η Όρθόδοξη Καθολική Εκκλησία. Χρησιμοποιείται δε και σε μας ο όρος μετουσίωση με την έννοια της μεταβολής. Καλό όμως θα ήταν ν' αποφεύγεται η χρήση του στην o ρθόδοξη θεολογία, μια και θυμίζει σχολαστικές λεπτολογίες περί διακρίσεως ουσίας και συμβεβηκότων, βασισμένες στην Αριστοτέλεια φιλοσοφία.

Οι όροι μεταποίηση και μεταβολή είναι δοκιμότεροι, ο δε ορθόδοξος πιστός δεν πρέπει να πολυπραγμονεί τον τρόπο με τον όποιο γίνεται η μεταβολή του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού (βλ. Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκθεσις της Ορθοδόξου Πίστεως, IV , ΙΓ΄, PG 94, 1144-1145). Του αρκεί η πίστη στην παντοδυναμία του Θεού και η συγκατάθεση του νου του στο φοβερό και απερινόητο θείο μυστήριο.



Είναι σωστή η χρήση άζνμων στη θεία Ευχαριστία;


Όχι, δεν είναι σωστή. Για τη θεία ευχαριστία χρησιμοποιείται άρτος ένζυμος και οίνος ύδατι κεκραμένος, σε ανάμνηση της ρεύσεως αίματος και ύδατος άπό την τρωθείσα με λόγχη πλευρά του Κυρίου επάνω στο σταυρό (Ιωαν. 19,34). Ένζυμο άρτο χρησιμοποιεί η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, άζυμα δε οι Ρωμαιοκαθολικοί και άλλοι.

Δεν είναι δε ορθή η χρήση των άζύμων, διότι όταν ο Χριστός λίγες ώρες πριν από το σταυρικό του θάνατο έφαγε το τελευταίο εβραϊκό Πάσχα μετά των μαθητών του το εσπέρας της Μ. Πέμπτης, ότε και συνέστησε το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας (14 του μηνός Νισάν), χρησιμοποίησε άρτο, διότι τα άζυμα δεν ήταν ακόμη εν χρήσει. Η βρώση τους άρχιζε την επαύριο, την πρώτη ημέρα του εβραϊκού Πάσχα (15 του Νισάν) και διαρκούσε επτά ήμερες.



Επιτρέπεται να κοινωνούν της θείας Ευχαριστίας τα βαπτισθέντα νήπια;


Φυσικά επιτρέπεται. Εφόσον δέχθηκαν το ιερό βάπτισμα που τους αφαίρεσε το προπατορικό αμάρτημα και τα αναγέννησε πνευματικώς, και έλαβαν περαιτέρω το άγιο χρίσμα το όποιο σφράγισε τις δωρεές του βαπτίσματος, δεν υπάρχει κανένας λόγος να στερηθεί η τρυφερή και καθαρή φύση τους των ευεργετημάτων, που παρέχει η κοινωνία του σώματος και του αίματος του Χριστού.

Και στο θέμα αυτό καινοτόμησε, με το ίδιο πάντοτε σκεπτικό, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η οποία δεν παρέχει στα βαπτισθέντα νήπια το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Την πρώτη κοινωνία τους θα λάβουν τα παιδιά επίσημα στην Εκκλησία κατά την τέλεση του μυστηρίου του χρίσματος (12ο έτος).



Τι είναι η concomitantia, βάσει της οποίας η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δε
χορηγεί αίμα Χριστού στους λαϊκούς;


Είναι μία θεωρία την οποία διετύπωσε ο Θωμάς A κινάτης για να δώσει θεολογικό έρεισμα στην πράξη της Εκκλησίας του να στερεί τους λαϊκούς από το άγιο Ποτήριο. Ο όρος σημαίνει «συνακολουθία». Κατά τη θεωρία, όπου υπάρχει σώμα εκεί πρέπει να είναι και το αίμα, που περιέχεται σ' αυτό. Σώμα χωρίς αίμα δεν είναι νοητό.

Έτσι και στο σώμα του Κυρίου, τον άγιο άρτο, πρέπει να υπάρχει και το τίμιο αίμα του (ο αγιασμένος οίνος). Επομένως, κοινωνώντας ο πιστός του άρτου, κοινωνεί ταυτόχρονα και του αίματος (του οίνου) που περιλαμβάνεται σ' αυτόν. Συνεπώς δεν υπάρχει λόγος να κοινωνεί ιδιαιτέρως και αίμα Χριστού. Το προνόμιο να κοινωνούν και αίμα Χρίστου επιφυλάσσεται μονάχα στους λειτουργούντες ιερείς. Οι μη λειτουργούντες (ιερείς) δεν έχουν τη δυνατότητα αυτή.

Εξυπνάδες βέβαια του Θωμά. Κρίμα που ο Χριστός αγνοούσε τη θεωρία του, και συνέστησε τη θεία Κοινωνία υπ' αμφότερα τα είδη, με ιδιαίτερη μάλιστα μνεία για το αίμα του, ειπών: «Πίετε εξ αυτού πάντες»! Στο «πάντες» φυσικά περιλαμβάνονται και οι λαϊκοί, άσχετα αν οι Ρωμαιοκαθολικοί έχουν αντίθετη γνώμη.

Ότι κύριος σκοπός της πράξεως αυτής του Ρωμαιοπαπισμού είναι η έξαρση των κληρικών υπεράνω του λαϊκού στοιχείου της Εκκλησίας, είναι περιττό και να σημειωθεί.



Πότε γίνεται ο καθαγιασμός των τιμίων δώρων;

Μετά το «τα σα εκ των σων», όταν ο ιερέας διαβάζει την ευχή καθαγιάσεως, επικαλούμενος το άγιο Πνεύμα να έλθει και με τη χάρη του να μεταβάλει τα φυσικά στοιχεία του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού. Είναι φυσικά η ιερότερη στιγμή της θείας λειτουργίας. Όταν αύτη (η λειτουργία) γίνεται την Κυριακή, απαγορεύεται οι πιστοί να γονατίζουν, διότι η Κυριακή, ως ανάμνηση της Αναστάσεως του Χριστού, είναι ημέρα εόρτιας χαράς (Κανών 90 Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου). Κατά τις καθημερινές βέβαια, όταν τελούνται μνήμες Αγίων, η γονυκλισία επιτρέπεται.

Οι Ρωμαιοκαθολικοί ως στιγμή καθαγιάσεως των τιμίων δώρων δέχονται τους εισαγωγικούς λόγους του μυστηρίου, που εξεφώνησε ο Χριστός: «Λάβετε φάγετε...» και «πίετε εξ αυτού πάντες...». Αν ήταν όμως έτσι, ποια έννοια θα είχε η μνεία της ευχής καθαγιάσεως που απαντά σε όλα τα αρχαία τυπικά τελέσεως της θείας λειτουργίας;



Τι φρονούν γενικά περί θείας Ευχαριστίας οι Διαμαρτυρόμενοι;

Η θεία Ευχαριστία, μαζί με το ιερό βάπτισμα, είναι τα μόνα εκκλησιαστικά μυστήρια που δέχονται οι Προτεστάντες. Δεν μπορούν φυσικά να κάνουν αλλιώς, γιατί θα έμεναν εκτεθειμένοι, μια και περί αυτών κάνει ρητό λόγο η Γραφή.

Αλλά και το μυστήριο αυτό το δέχονται σύμφωνα με τις δικές τους προκαταλήψεις. Εν πρώτοις δε δέχονται τη θεία Ευχαριστία ως θυσία. Η θυσία εξυπακούει ιερείς, αυτοί όμως δεν έχουν ιερείς, γιατί απορρίπτουν το μυστήριο της ιερωσύνης, το όποιο ανήκει στην ορατή Εκκλησία, που ομοίως απορρίπτουν. Αυτοί έχουν μόνο ποιμένες (πάστορες), που κύριο έργο τους έχουν να κηρύσσουν το λόγο του Θεού.

Κατόπιν απορρίπτουν την πραγματική παρουσία του Χριστού στα δώρα της θείας Ευχαριστίας. Ο άρτος και ο οίνος, κατ' αυτούς, δεν είναι σώμα και αίμα Χριστού. Είναι απλώς σύμβολα της υποσχέσεως του Κυρίου να είναι πάντοτε μαζί με την Εκκλησία του και να την ευλογεί. Τη μετουσίωση απορρίπτουν κατηγορηματικά.

Πραγματική παρουσία δέχονται μόνο οι Λουθηρανοί (και φυσικά οι Αγγλικανοί), αλλά κατά έναν ιδιότυπο τρόπο. Για να ερμηνεύσουν την παρουσία του Χριστού στη θεία Ευχαριστία, έπλασαν τη θεωρία της Ubiquitas (βλ. Α. Θεοδώρου, Η περί Ubiquitas διδασκαλία των Λουθηρανών, Αθήνα, 1967), κεντρική ιδέα της οποίας είναι ότι το σώμα του Χριστού είναι πανταχού παρόν. Ως πανταχού παρόν, βρίσκεται και στον άρτο και τον οίνο της Ευχαριστίας. Μια πραγματικά πολύ απλή και εύκολη θεωρία.

Δεν πρόσεξαν όμως κάτι. Αν ο Χριστός είναι παρών στην Ευχαριστία δυνάμει της πανταχού παρουσίας του σώματος του, τότε κατά ίσο λόγο θα είναι παρών και στις άλλες φυσικές τροφές. Σε τέτοια όμως περίπτωση, τι περισσό παρείχε η θεία Ευχαριστία; ’λλωστε και η αφετηρία της θεωρίας αυτής, ότι δηλαδή το σώμα του Χριστού είναι πανταχού παρόν, είναι εσφαλμένη.

Ο Χριστός είναι ο πανταχού παρών με τη θεότητα και την ανθρωπότητα του, και όχι μονάχα το σώμα του, που, αν και ενωμένο υποστατικά με τη θεότητα και θεωμένο, δεν εξέρχεται των ορίων της πεπερασμένης του φύσεως. Περιττό να σημειωθεί, ότι στις σκέψεις αυτές υπάρχει εσφαλμένη αντίληψη περί αντιδόσεως των ιδιωμάτων των δύο φύσεων στο Χριστό. Ένα βήμα απομένει για να καταλήξει κανείς στο μονοφυσιτισμό.



ΠΗΓΗ:www.apostoliki-diakonia.gr

Απαντήσεις > Μετάνοια και εξομολόγηση

Απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά

Ανδρέα Θεοδώρου, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, 1997, σελ. 163-165






Σε τι αποβλέπει το μυστήριο της μετανοίας και εξομολογήσεως;


Για να λουσθεί η ψυχή πνευματικά και να καθαρισθεί από το ρύπο της αμαρτίας. Για να γίνει αυτό πρέπει ο άνθρωπος να μετανοήσει πρώτα για τις αμαρτίες του, να συντριβεί η καρδιά του για ό,τι προσέβαλε τη χάρη του Θεού, να λάβει απόφαση να απαλλαγεί από τα αμαρτωλά πάθη και τις κακές του συνήθειες, να μισήσει τη σαγήνη της αμαρτίας, η οποία μπορεί να νεκρώσει την ψυχή του, και κατόπιν να προσέλθει στον πνευματικό λειτουργό της Εκκλησίας και να εξομολογηθεί σ' αυτόν με φόβο Θεού και ειλικρίνεια τα αμαρτήματα που πιέζουν τη συνείδηση του.

Ο πνευματικός, διαπιστώνοντας ειλικρινή μετάνοια και προθυμία αλλαγής βίου, συγχωρεί τον εξομολογηθέντα, διαβάζοντας του ειδική συγχωρητική ευχή. Την εξουσία αφέσεως αμαρτιών έχει ο ιερέας ως λειτουργός της Εκκλησίας, την όποια εφοδίασε ο Χριστός με τη δύναμη του «δεσμείν και λύειν» αμαρτίες επί της γης: «Αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τίνων κρατήτε, κεκράτηνται» (Ιωαν. 20, 23).

Με τη συγχώρηση του ο άνθρωπος απαλλάσσεται τελείως από την ακαθαρσία της αμαρτίας λουσμένος στη χάρη του Θεού, και ανακτά τη δικαίωση του ενώπιον του Θεού, την όποια μπορεί να έχασε δια των θανάσιμων αμαρτημάτων του. Το μυστήριο μπορεί να επαναληφθεί πολλές φορές, ανάλογα με τις εκάστοτε πνευματικές ανάγκες της ψυχής. Δικαίως δε χαρακτηρίζεται και ως δεύτερο βάπτισμα, επειδή λούζει, καθαρίζει την ψυχή.



Δεν αρκεί μονάχα η μετάνοια και η απ' ευθείας εξομολόγηση στο Θεό; Γιατί τάχα να εξομολογούμαστε και στον ιερέα;


Το ερώτημα είναι κάπως πονηρό. Και φυσικά πρέπει να εξομολογούμαστε τα αμαρτήματα μας απ' ευθείας στο Θεό(«Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών», Κυριακή προσευχή, Ματθ. 6,12). Αυτό είναι βασικό χρέος μας. Ο Χριστός όμως ίδρυσε ειδικό προς τούτο μυστήριο και το παρέδωσε στην Εκκλησία του, το όποιο δεν μπορεί να τελέσει όποιος όποιος, αλλά μονάχα ο ιερέας, ως εντολοδόχος του Θεού, ο οποίος είναι πατέρας και γιατρός πνευματικός των ψυχών.

Όπως ο φυσικός γιατρός για να μπορέσει να θεραπεύσει τη νόσο, πρέπει να εξετάσει προσεκτικά τον ασθενή, να κάνει διάγνωση της νόσου του και κατόπιν να προχωρήσει στη θεραπεία της, έτσι και ο πνευματικός πατήρ πρέπει να διαγνώσει τη φύση της πνευματικής ασθένειας και την ειλικρίνεια του μετανοούντος, για να μπορέσει να θεραπεύσει την πάσχουσα και αλγούσα ψυχή.

Αν δε γίνει προσωπική εξομολόγηση, πως θα κάνει τη δουλειά του ο ιερέας; ’λλωστε τα μυστήρια της Εκκλησίας, όπως και στα προηγούμενα είπαμε, δεν είναι μαγικές τελετές, αλλά κινούνται στον ελεύθερο διαπροσωπικό χώρο. Ο ασθενής πρέπει να επισκεφθεί προσωπικά το γιατρό της ψυχής του.

Αυτό έταξε ο Θεός και αυτό απαιτούν οι ανάγκες του ιερού μυστηρίου. Μήπως όμως ο αμαρτωλός, διαπιστώνοντας τα αμαρτήματα αυτά, προφασίζεται «προφάσεις εν αμαρτίαις»; Αποφεύγει τον ιερέα, γιατί ντρέπεται να εξομολογηθεί τις αμαρτίες του;



Είναι απαραίτητα τα επιτίμια που επιβάλλει ο ιερέας στον εξομολογούμενο;


Απαραίτητα, Οχι. Είναι όμως χρήσιμα και ωφέλιμα. Είναι παιδαγωγίες, φάρμακα θεραπευτικά. Όταν ο πνευματικός διαγνώσει πλημμελή μετάνοια στον έξομολογούμενο, δεν του παρέχει άφεση αμαρτιών, αλλά του επιβάλλει επιτίμια (τον κανόνα), για να τον στερεώσει πνευματικά και να τον οδηγήσει σε ειλικρινή και πλήρη μετάνοια. Το ίδιο μπορεί να κάνει και σ' αυτόν που έλαβε ήδη άφεση αμαρτιών, για να τον στερεώσει στην πνευματική του ζωή και στον αγώνα του κατά της αμαρτίας. Αν λείπουν τα έπιτίμια, δεν παραβλάπτεται η ολοκληρία του μυστηρίου.

Αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι, ότι τα επιτίμια δεν έχουν το χαρακτήρα ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης. Δεν είναι δηλαδή κάτι που πρέπει οπωσδήποτε να κάνει ο αμαρτωλός για να ικανοποιήσει τη θεία δικαιοσύνη, που απαιτεί την τιμωρία του πταίσαντος για τις παραβάσεις του νόμου του Θεού.

Την τοποθέτηση αυτή παίρνει η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Κατ' αυτήν ο αμαρτωλός πρέπει να κάνει όλα τα επιτίμια στην παρούσα ζωή. Αν εν τω μεταξύ πεθάνει, θα πληρώσει το χρέος στο Ρ urgatorium (καθαρτήριο πυρ). Η Εκκλησία φυσικά (ο Πάπας) μπορεί να τον βγάλει από εκεί δίνοντας του συγχωροχάρτι. Παλαιά αυτό γινόταν με την καταβολή χρημάτων!



ΠΗΓΗ:www.apostoliki-diakonia.gr

Απαντήσεις> Το Χρίσμα

Απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά

Ανδρέα Θεοδώρου, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, 1997, σελ. 162-163




Σε τι αποσκοπεί το ιερό μυστήριο του χρίσματος;


Σφραγίζει με τα χαρίσματα και τις δωρεές του παναγίου Πνεύματος τη νέα πνευματική ζωή που γεννήθηκε δια του βαπτίσματος, βοηθώντας το βαπτισθέντα ν' αναχθεί σε βίο θεοφιλή και ενάρετο.

Το μυστήριο, που μαρτυρείται επαρκώς στην αγία Γραφή, γινόταν στην αρχή δια της επιθέσεως των χειρών των Αποστόλων στις κεφαλές των βαπτισθέντων για τη χορήγηση των χαρισμάτων του αγίου Πνεύματος (Πραξ. 8,17). Με το πέρασμα του όμως του χρόνου και καθόσον αύξανε σημαντικά ο αριθμός των πιστευόντων, δημιουργήθηκε κάποιο πρακτικό πρόβλημα∙ τα χέρια των Αποστόλων δεν επαρκούσαν πλέον για την τέλεση του ιερού μυστηρίου. Ήταν λίγοι.

Έτσι πολύ νωρίς αντικαταστάθηκε η επίθεση των χειρών με την τέλεση του χρίσματος, κατά την οποία ο επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος χρίει σταυροειδώς το μέτωπο και τα άλλα μέλη τοϋ σώματος του βαπτισθέντος με άγιο μύρο (μίγμα ελαίου με άλλες σαράντα αρωματώδεις ουσίες, οι όποιες συμβολίζουν τα χαρίσματα του αγίου Πνεύματος), εκφωνουμένης σε κάθε χρίση της ευχής «σφραγίς δωρεάς Πνεύματος αγίου. Αμήν».

Το χρίσμα δεν είναι συμπλήρωμα του ιερού μυστηρίου του απτίσματος. Είναι ιδιαίτερο αυτοτελές μυστήριο, το οποίο γίνεται εν συνεχεία προς το βάπτισμα. Εκεί είναι η φυσιολογική του τοποθέτηση.


Είναι σωστή η μετάθεση τελέσεως τον χρίσματος αρκετό χρόνο μετά το βάπτισμα;


Τη μετάθεση αυτή κάνουν οι Ρωμαιοκαθολικοί. Το σκεπτικό τους είναι: αφού το ιερό μυστήριο έχει σκοπό να βοηθήσει το βαπτισθέντα στον προσωπικό του αγώνα και την προσπάθεια του να ζήσει βίο ενάρετο ανάλογο με την υψηλή κλήση του βαπτίσματος, το νήπιο, που έχει άωρη

ακόμη προσωπικότητα και δεν έχει αναπτυγμένες τις πνευματικές και διανοητικές του δυνάμεις, πως είναι δυνατό να αναλάβει ένα τέτοιο μεγάλο και δύσκολο αγώνα; Γι' αυτό και μεταθέτουν την τέλεση του χρίσματος στο δωδέκατο έτος της ηλικίας του παιδιού και εν ανάγκη στο έβδομο.

Το σκεπτικό αυτό έχει φυσικά κάποια λογική βάση. Αλίμονο όμως αν τα δόγματα της πίστεως τα εξετάζουμε στη βάση μόνο της λογικής. Η αρχαία Εκκλησία, όταν τελούσε το χρίσμα συνειμμένως με το βάπτισμα, ασφαλώς γνώριζε τι έκανε. Η πρακτική της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, είναι μεταγενέστερος νεωτερισμός (ΙΓ' αιώνας).

Κατά τη λογική όμως αυτή έπρεπε να μετατίθεται και ο νηπιοβαπτισμός, πράγμα όμως που δεν κάνει η Παπική Εκκλησία. ’λλωστε είναι γνωστό, ότι η μόρφωση του χαρακτήρος και της προσωπικότητος του ανθρώπου αρχίζει ήδη από του λίκνου, αν μη και νωρίτερα.

Γιατί, λοιπόν, να στερήσουμε τα νήπια από την ευεργετική επίδραση της χρισματικής χάριτος;



ΠΗΓΗ:www.apostoliki-diakonia.gr

Απαντήσεις> Το Βάπτισμα

Απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά
Ανδρέα Θεοδώρου, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, 1997, σελ. 156-161





Γιατί βαπτιζόμαστε στο όνομα της Αγίας Τριάδος;



Για ν' αποβάλουμε το χιτώνα της φθοράς και να ντυθούμε τη δόξα του Χριστού. Με το χιτώνα της φθοράς μας έντυσε με την παράβαση του ο Προπάτορας, που μας κληροδότησε μια φύση χαλασμένη, στην οποία μπαίνουμε όλοι ανεξαίρετα οι άνθρωποι με τη φυσική μας γέννηση. Η φύση αυτή της φθοράς εμποδίζει την είσοδο στη Βασιλεία του Θεού. Πρέπει οπωσδήποτε ν' αφανισθεί και αυτό πετυχαίνεται στο ιερό βάπτισμα (Ιωαν. 3,3). Παράλληλα πρέπει να ντυθούμε το Χριστό («Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν ενεδύσασθε» ψάλλει η Εκκλησία μας), να αναγεννηθούμε, να γίνουμε μία νέα πνευματική ύπαρξη και ζωή.

Το βάπτισμα, λοιπόν, είναι η τελετή εκείνη που ίδρυσε ο Χριστός, κατά την οποία ο άνθρωπος, βαπτιζόμενος σε αγιασμένο νερό με τριττή κατάδυση και ανάδυση στο όνομα της αγίας και ζωοποιού Τριάδος, αφ ' ενός μεν αποβάλλει την παλαιά φύση της αμαρτίας (το προπατορικό αμάρτημα), αφ' έτερου δε άναγεννάται σε μια καινούργια ένθεη ύπαρξη, φυτεμένη στη χάρη του Θεού.

Το βάπτισμα είναι κορυφαίο μυστήριο. Ονομάζεται «κυριακό», γιατί στη Γραφή υπάρχει ρητή πληροφόρηση για την άμεση σύσταση του από τον Κύριο (Ματθ. 28,19). Δια του βαπτίσματος ο άνθρωπος φυτεύεται μυστικά στο άχραντο σώμα του Χριστού, γίνεται επίσημα μέλος της Εκκλησίας και έχει το δικαίωμα συμμετοχής του και στα υπόλοιπα εκκλησιαστικά μυστήρια.




Αφού δια του βαπτίσματος καταργείται το σώμα της αμαρτίας, γιατί εξακολουθεί να αμαρτάνει μετά ταύτα ο άνθρωπος;



Δύσκολο το ερώτημα. Φυσικά και μετά την εκρίζωση της αμαρτίας δια του βαπτίσματος ο άνθρωπος δεν παύει να είναι λογικός και ελεύθερος. Όπως δε ο πρωτόπλαστος, αν και πλασθείς καθαρός από την αμαρτία, όμως έπεσε σ ! αυτή κάνοντας κατάχρηση της λογικής του ελευθερίας, έτσι κι ο βαπτισθείς, καίτοι ολοκάθαρος μετά το λουτρό της παλιγγενεσίας, μπορεί να αμαρτήσει ως προσωπικότητα λογική και ελεύθερη. Βέβαια εδώ δεν πρόκειται απλώς για τη δυνατότητα της αμαρτίας, που έγκειται σε κάθε λογική φύση, αλλά περί ροπής προς την αμαρτία, περί φρονήματος σαρκικού ( concupiscentia = επιθυμητικό), που είναι άπορο πως παραμένει, μια και η ρίζα του (η φθαρμένη φύση) έχει καταργηθεί από το βαπτισθέντα. Πραγματικά έχουμε δογματικό πρόβλημα.

Να μην εκριζώνεται άραγε σε όλη της την έκταση η αμαρτία από τη φύση του βαπτισθέντος και να εξακολουθούν να παραμένουν εισέτι λείψανα της σ' αύτη; Μια απάντηση μπορεί να είναι η ακόλουθη. Το αμαρτητικό εξακολουθεί να παραμένει στη φύση του αναγεννηθέντος κατά παραχώρηση και παιδαγωγία Θεού. Ο Θεός δηλαδή επιτρέπει την παρουσία του, για να έχει ο βαπτισθείς ένα κίνητρο πνευματικών αγώνων, ώστε να κερδίζει κι αυτός, κατά κάποιο τρόπο, τη σωτηρία του, συνεργαζόμενος με τη χάρη του Θεού. Έτσι εκείνος που με ολιγωρία φέρεται προς την αμαρτητική ορμή, είναι ενδεχόμενο, αμαρτάνοντας βαριά, να χάσει τη δικαίωση που έλαβε δια του βαπτίσματος, και στο τέλος να χάσει την ψυχή του. Ενώ άλλος, καταγωνιζόμενος με τη χάρη τοϋ Θεσϋ το έπιθυμητικό, μπορεί να προαχθεί πνευματικώς και να κερδίσει την αιώνια ζωή. Στην πράξη διαπιστούται σαφώς το διττό αυτό ενδεχόμενο. Όλοι οι βαπτιζόμενοι δεν είναι το ίδιο. ’λλοι αναδεικνύονται άξιοι της υψηλής κλήσεως και άλλοι όχι (Ματθ. 20,16).



Αφού ο Κύριος είπε «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται» (Μαρκ. 16,16), γιατί εμείς βαπτίζουμε τα νήπια, τα όποια δεν μπορούν να πιστεύουν;


Είναι αλήθεια ότι ο Κύριος προέταξε του βαπτίσματος την πίστη. Ο άνθρωπος προτού δεχθεί το βάπτισμα πρέπει να πιστέψει στο Χριστό, να γνωρίσει τη θεία αλήθεια, να ποθήσει τη σωτηρία του και ακολούθως να βαπτισθεί.

Αυτή είναι η κανονική σειρά και δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι το βάπτισμα ενηλίκων, που γίνεται κατόπιν πίστεως στο Σωτήρα, είναι προτιμότερο. Έτσι γινόταν στην αρχαία Εκκλησία.

Ο νηπιοβαπτισμός εισήχθη πολύ νωρίς στην πράξη της αρχαίας Εκκλησίας. Εισήχθη για ν' αντιμετωπίσει μια επείγουσα ανάγκη στη ζωή του πληρώματος της Εκκλησίας, ένα σοβαρό κίνδυνο, το ενδεχόμενο να πεθάνει κανείς αβάπτιστος, οπότε κωλύεται να εισέλθει στη Βασιλεία των ουρανών. Το κώλυμα, όπως είπαμε, είναι η παρουσία στην ψυχή του προπατορικού αμαρτήματος. Τα νήπια βέβαια δεν έχουν τη δυνατότητα να πιστέψουν. Αυτό όμως δεν αποτελεί απροχρώντα λόγο, ώστε να μη μπορούν να δεχθούν τη βαπτισματική χάρη. Είναι βασικό αξίωμα στη θεολογία ότι η θεία χάρη ενεργεί λυτρωτικά, εκεί όπου δεν υπάρχει η αμαρτία, η οποία είναι ο μόνος παράγων που αναστέλλει και ματαιώνει τη λυτρωτική της ενέργεια. Στα νήπια όμως το στοιχείο της προσωπικής αμαρτίας απουσιάζει. Συνεπώς η θεία χάρη μπορεί να επιδράσει ευεργετικά στην τρυφερή καρδιά τους, καταλύοντας από τη φύση τους το σώμα του προπατορικού αμαρτήματος. ’λλωστε την έλλειψη προσωπικής τοποθετήσεως των νηπίων έναντι της πίστεως και του λόγου τοϋ Θεού, αναλαμβάνει την υποχρέωση ν' αναπληρώσει εν καιρώ σ' αυτά ο ανάδοχος, βοηθούμενος από τους γονείς του παιδιού και την Εκκλησία.

Μερικοί ρωτούν γιατί με βάπτισαν, χωρίς κανένας να με ρωτήσει, αν ήθελα να βαπτισθώ και να γίνω χριστιανός; (αυτό είναι συνηθισμένο ερώτημα των Μαρτύρων του Ιεχωβά). Το ερώτημα είναι σχήμα οξύμωρο. Πως μπορείς να ρωτηθείς, αφού δεν έχεις τη δυνατότητα να κατανοήσεις και να απαντήσεις; Το βάπτισμα το κάνουμε στα νήπια για το καλό τους, για να τα προφυλάξουμε από έναν μέγιστο κίνδυνο. Το ίδιο άλλωστε δεν κάνουμε στα μικρά παιδιά, όταν τα εμβολιάζουμε; Ζητάμε προηγουμένως τη συγκατάθεση τους;



Τι είναι το βάπτισμα ανάγκης;


Είναι το βάπτισμα το οποίο τελείται εκτάκτως σε αβάπτιστα νήπια, τα οποία απειλεί ο θάνατος, και δεν υπάρχει η δυνατότητα να γίνει στην Εκκλησία από κανονικό ιερέα.

Το παιδί που κινδυνεύει μπορεί να το βαπτίσει λαϊκός, άντρας ή γυναίκα -πάντα ορθόδοξος- στο όνομα της αγίας Τριάδος και σε ζων ύδωρ (τρεχούμενο νερό). Αν δεν υπάρχει πρόχειρα νερό, μπορεί να το βαπτίσει και στον αέρα: «βαπτίζεται ο δούλος (ή η δούλη) του Θεού.., τάδε (θα λεχθεί το όνομα) εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος. Αμήν» (τρεις φορές).

Το βάπτισμα αυτό είναι κανονικό. Αν επιζήσει το νήπιο, δεν επαναλαμβάνεται το βάπτισμα. Το πηγαίνουν οι, γονείς του στο ναό, όπου ο ιερέας διαβάζει μονάχα τις ευχές, που δεν ήταν δυνατό να διαβασθούν κατά το βάπτισμα ανάγκης, χωρίς όμως να γίνει βάπτιση, με τριττή κατάδυση και ανάδυση.

Το βάπτισμα ανάγκης εντάσσεται γενικά στο σκεπτικό του νηπιοβαπτισμού. Κύριος σκοπός του είναι να μην πεθάνει το νήπιο αβάπτιστο, με συνέπεια να στερηθεί τη Βασιλεία του Θεού.

Τι γίνεται όμως ένα αβάπτιστο νήπιο που πεθαίνει αιφνίδια, μόνο ο Θεός γνωρίζει. Διότι υπάρχει μεν το προπατορικό αμάρτημα, δεν υπάρχουν όμως παράλληλα και προσωπικές αμαρτίες. Να βρίσκεται σε μια ουδέτερη κατάσταση μεταξύ Παραδείσου και κολάσεως (βλ. διάφορες εκδοχές : Χρ. Ανδρούτσου, Δογματικά, 1907, σελ. 328);



Είναι σωστό το δι' επιχύσεως ή ραντισμού βάπτισμα;



Στην αρχαία Εκκλησία το βάπτισμα αυτό ήταν επίσης βάπτισμα ανάγκης. Γινόταν σε ασθενείς που ήταν ξαπλωμένοι στο κρεβάτι και δεν μπορούσαν να μετακινηθούν και να κατέβουν στην κολυμβήθρα να βαπτισθούν. Λεγόταν και βάπτισμα των «κλινικών» (αυτών που ήταν κλινήρεις).

Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία το βάπτισμα αυτό της ανάγκης που ήταν έκτακτο γεγονός στη ζωή της αρχαίας Εκκλησίας, το ανύψωσε σε κανονικό της θεσμό από τον 14ον αιώνα. Δε βαπτίζει σε κολυμβήθρα, αλλά ραντίζει την κεφαλή του βαπτιζόμενου με νερό. Το κάνει για πρακτικούς κυρίως λόγους. Τα επιχειρήματα όμως που προσάγει

(η πιθανή κάκωση της υγείας των τρυφερών νηπίων, το γήρας ενδεχομένως των κληρικών, ψυχρές κλιματολογικές συνθήκες κ.α.) δεν είναι πειστικά, ιδίως μετά τη ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη της εποχής μας.

Η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, ακολουθούσα την πράξη της αρχαίας Εκκλησίας (αυτό μαρτυρούν τα σωζόμενα βαπτιστήρια, κτίσματα ιδιαίτερα με κολυμβήθρα, όπου γίνονταν οι βαπτίσεις), βαπτίζει τα νήπια. ’λλωστε η λέξη «βάπτισμα», σημαίνει εμβύθιση σε νερό. Την καινοτομία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας αποδοκιμάζει.



Πότε ένα βάπτισμα είναι κανονικό;


α. Όταν γίνεται από κανονικά χειροτονημένο Ιερέα στο έδαφος της Εκκλησίας.
Τη δυνατότητα τελέσεως κανονικού βαπτίσματος έχουν χάσει οι αιρετικοί και οι σχισματικοί. Οι άνθρωποι αυτοί δεν ανήκουν στο σώμα της Εκκλησίας. Μοιάζουν με τα κλαδιά που κόπηκαν από το δέντρο και ξεράθηκαν. Έτσι κι αυτοί δεν έχουν μέσα τους ζωή, την οποία φυσικά δεν μπορούν να μεταδώσουν σε άλλους. Είναι πνευματικά νεκροί.


β. Όταν γίνεται στο όνομα της αγίας και ζωοποιού Τριάδος. Ο όρος αυτός είναι απαράβατος για την κανονικότητα και εγκυρότητα του μυστηρίου. Το βάπτισμα «εις Χριστόν» («όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε») δεν αντικαθιστά το βάπτισμα στο όνομα της αγίας Τριάδος. Σημαίνει απλώς το βάπτισμα στην πίστη του Χριστού, στο λυτρωτικό έργο Του, με το οποίο σώζονται οι πιστοί.


γ. Όταν γίνεται κατά την τυπική ακολουθία της Εκκλησίας. Το βάπτισμα οι Προτεστάντες το δέχονται, παρά την άλλη απέχθεια που τρέφουν προς τα εκκλησιαστικά μυστήρια (αποτελούν εξωτερικά στοιχεία της Εκκλησίας, ενώ αυτοί δέχονται μόνο την αόρατη Εκκλησία), μη τολμώντες να έλθουν σε κατάφωρη αντίθεση προς τη μαρτυρία της αγίας Γραφής.




ΠΗΓΗ:www.apostoliki-diakonia.gr

Δευτέρα 12 Απριλίου 2010

Προφητείες> Ιησούς Χριστός: Άνθρωπος η Θεάνθρωπος ;;

Καμία άλλη μορφή δεν επηρέασε τόσο την ανθρωπότητα και την πορεία του κόσμου, όσο ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ. Εκατοντάδες προφητείες αναφέρθησαν σ’ αυτόν, εκατοντάδες χρόνια πριν γεννηθεί ως άνθρωπος, ενώ άλλαξε και αλλάζει υπαρξιακά και δυναμικά τη ζωή αμέτρητων ανθρώπων στο διάβα της ιστορίας.



Πληροφορίες για την ιστορική ύπαρξη και τον βίο του Χριστού έχουμε, εκτός από τους τέσσερις Ευαγγελιστές (Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς και Ιωάννης) που έγραψαν ως μάρτυρες των γεγονότων που περιγράφουν, κυρίως από τους εβραίους ιστορικούς Ιώσηπο και Φίλωνα, τους Ρωμαίους ιστορικούς Τάκιτο και Σουετώνιο, τον Ρωμαίο διοικητή Πλίνιο, αλλά και από Ιουδαϊκές Πηγές (εβραϊκό Ταλμούδ), που αναφέρονται στη δράση του Χριστού και των μαθητών του στην Παλαιστίνη.

Η τελείως άγια ζωή που έζησε ο Ιησούς, τα άπειρα θαύματα που έκανε (ανέστησε νεκρούς, θεράπευσε βαριά αρρώστους, τυφλούς χωρίς κόρη οφθαλμού, παράλυτους από τη γέννησή τους, ηρέμησε φουρτουνιασμένες θάλασσες κ.λπ.), τα μοναδικά στην ιστορία λόγια που είπε (περί Τριαδικού Θεού, αγιότητας ζωής, αγάπης προς τους εχθρούς, ισότητας όλων κ.α.), ο ζωοποιός θάνατός Του στο σταυρό (από τον οποίον και μέσα στο μεγαλύτερο πόνο συγχώρεσε τους σταυρωτές του λέγοντας στον Πατέρα Του ότι δεν ξέρουν τι κάνουν), η εκπληκτική ανάστασή του και η θαυμαστή ανάληψή του μπροστά στους μαθητές του, οδηγούν στο γεγονός ότι δεν ήταν ένας απλός άνθρωπος όπως εμείς, αλλά ο μοναδικός Θεάνθρωπος της ιστορίας, ο Υιός του Θεού, όπως οι Γραφές, αλλά και πολλές εξωβιβλικές προφητείες είχαν προείπει.



Συνέβησαν όμως τα γεγονότα που περιγράφει η Καινή Διαθήκη πραγματικά και αληθινά; Φυσικά! Αφού άλλωστε οι μαθητές Του πέθαναν για τον Χριστό, ενώ υπέστησαν πρώτα εξευτελισμούς, φυλακίσεις, διωγμούς, μαστιγώσεις και εξορίες.

Κανείς δεν θυσιάζεται για ένα ψέμα. Αλλά και για επιστημονικούς λόγους είναι απόλυτα εγγυημένη η αλήθεια της Αγίας Γραφής: Πρώτα πρώτα, διαθέτουμε σήμερα πάνω από 600.000 αντίγραφα της ελληνικής Αγίας Γραφής (Παλαιά και Καινή Διαθήκη μαζί) και πάνω από 500.000 ελληνικά χειρόγραφα, που περιέχουν μεγαλύτερα ή μικρότερα τμήματα της Καινής Διαθήκης. Επιπλέον, οι ειδικοί επιστήμονες της κριτικής του κειμένου έχουν υπόψιν τους όχι μόνο 10.000 περίπου αντίγραφα της λατινικής Βουλγάτας, αλλά και 9.000 περίπου χειρόγραφα που αφορούν αρχαίες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής στη συριακή, κοπτική, αρμενική, σλαβονική γλώσσα κ.λπ., καθώς και 36.000 πρώιμες αναφορές εκκλησιαστικών συγγραφέων και Πατέρων της Εκκλησίας σε κείμενα της Καινής Διαθήκης (Παπία Ιεραπόλεως, Ειρηναίου Λουγδούνου, Κλήμη Αλεξανδρείας, Ωριγένη, Αθανασίου, Τερτυλλιανού, Ιερωνύμου, Αυγουστίνου κ.α.). Το πλήθος τόσων και τόσων χειρογράφων, καθώς και το ότι έχουν μεταξύ τους ελάχιστες διαφορές, συνηγορούν για την αλήθεια της Αγίας Γραφής.

Άλλωστε, ενώ τα έργα του Θουκυδίδη, του Αριστοτέλη, του Ιουλίου Καίσαρα κ.λπ. σώζονται σε αντίγραφα που απέχουν 1.300 χρόνια περίπου από την εποχή που γράφτηκαν, η Καινή Διαθήκη σώζεται σε κώδικες που απέχουν μόλις 200 χρόνια από την εποχή που εγράφησαν τα ευαγγέλια (Και γνωρίζουμε ότι γράφτηκαν από το 75-100 μ.Χ.). Τέλος, έχουν ανακαλυφθεί μέχρι σήμερα πάνω από 100 πάπυροι, ορισμένοι εκ των οποίων χρονολογούνται πολύ κοντά στα γεγονότα των παθών του Κυρίου (λ.χ. εδάφια του κατά Ιωάννη ευαγγελίου από το 120 μόλις μ.Χ.).Επομένως και από άποψη αρχαιότητας η Καινή Διαθήκη είναι το πιο αξιόπιστο βιβλίο του κόσμου.



Ορισμένοι διατείνονται ότι καταρρίπτεται η αλήθεια της Αγίας Γραφής λόγω των πολλών θαυμάτων που περιέχει. Ο διάσημος, με βραβείο Νόμπελ, αυστριακός φυσικός Victor Hess, απάντησε σε σχετικό ερώτημα ως εξής: «Δεν μπορώ, είπε, να καταλάβω γιατί ο παντοδύναμος Θεός, που δημιούργησε τα πάντα, δεν θα ήταν σε θέση, αν ήθελε, να αλλάξει την φυσική πορεία των πραγμάτων».



Εκατοντάδες χρόνια πριν από τη γέννηση του Ιησού Χριστού, καταγράφτηκαν πολλές προφητείες στην Αγία Γραφή (αλλά υπάρχουν και σε πολλά εξωβιβλικά κείμενα) σχετικά με τα σημαντικότερα γεγονότα της ζωής Του. Όλες αυτές οι προφητείες δεν μπορούν να εξηγηθούν διαφορετικά, παρά μόνο με την ύπαρξη θείου σχεδίου. Είναι όμως γνήσια τα κείμενα και οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης (Π.Δ.); Απόλυτα! Ολόκληρη η Π.Δ. μεταφράσθηκε όπως γνωρίζουμε τον 4ο αιώνα π.Χ. από το εβραϊκό πρωτότυπο στα ελληνικά. Είναι η λεγόμενη «Μετάφραση των Εβδομήκοντα».

Άρα η Π.Δ. που κατέχουμε εμείς σήμερα είναι γνήσια, εφόσον έγινε από εβραίους και για τους εβραίους και όχι για τους χριστιανούς. Επιπλέον, στα κείμενα της Νεκράς Θάλασσας, που ανακαλύφθηκαν το 1947 στα σπήλαια του Qumran (Κουμράν) της Παλαιστίνης, βλέπουμε ολόκληρα κείμενα (π.χ. το βιβλίο του Ησαΐα) να είναι ίδια με εκείνα που διαθέτει η Εκκλησία σήμερα για την Π.Δ. Τα κείμενα μάλιστα των Παπύρων του Κουμράν χρονολογούνται τουλάχιστον από το 150 π.Χ. κ.ε. Ακόμη, η μαθηματική πιθανότητα να «συνέπεσαν τυχαία» 48 μόνο προφητείες στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού είναι, σύμφωνα με το σπουδαίο μαθηματικό Peter Stoner, 1 προς 10157 (ο αριθμός 10 ακολουθούμενος από 157 μηδενικά), δηλαδή εντελώς απίθανη περίπτωση και δεν συζητάμε φυσικά καθόλου για την αντίστοιχη μαθηματική σχέση που θα ίσχυε στην περίπτωση των 300 περίπου προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης για τον Μεσσία.


Αναφέρουμε επιγραμματικά μερικές μόνο από τις προφητείες που εκπληρώθηκαν κατά γράμμα και που αφορούν στα πάθη του Κυρίου:



- Θα προδινόταν ο Μεσσίας για τριάντα αργύρια (Ζαχ. 11,12), όπως και έγινε στη ζωή του Χριστού από τον Ιούδα. Και μάλιστα, συνεχίζει η προφητεία (500 χρόνια π.Χ.), με αυτά θα αγόραζαν τον αγρό κάποιου κεραμιδά, πράγμα που επαληθεύτηκε κατά γράμμα.


- Ο δίκαιος Μεσσίας θα τραυματιζόταν για τις δικές μας ανομίες και με τις πληγές του θα γιατρευόμασταν εμείς. Όπως το αναφέρει ο Ησαΐας (8ΟΟ χρόνια π.Χ.), έτσι και έγινε. Αλλά και ο προφ. Ιερεμίας αναφέρει για τον Μεσσία ότι «ως αρνάκι άκακο θα οδηγηθεί στη θυσία» (11,19). Και ο προφήτης Ησαΐας προσθέτει: «Αυτός πάνω του κουβαλά τις αμαρτίες μας και για μάς υποφέρει» (53,4).


- Θα πέθαινε με σταυρικό θάνατο, γράφει ο ψαλμός 22 (16), τρυπημένος στα χέρια και τα πόδια του.


- Θα του έδιναν ξύδι να πιεί, αντί για νερό (Ψλμ. 69,21), γεγονός που έγινε πάνω στον σταυρό.


- Τα ρούχα του θα τα έβαζαν σε κλήρο αναφέρει πάλι ο ψαλμός (22,18). Αυτό έγινε από τους στρατιώτες κάτω από το σταυρό.


- Κόκκαλό του δεν θα σπάσει (Ψλμ. 34,20) αναφέρει και πάλι το προφητικό κείμενο. Πράγματι ενώ στους δύο κακούργους έσπασαν οι στρατιώτες τα σκέλη, ο Ιησούς δεν υπέστη τέτοιο πράγμα, διότι είχε ήδη εκπνεύσει.

- Ο Ησαΐας ακόμη μάς λέει κάτι πολύ σημαντικό. Ότι «ο τάφος του ορίστηκε με τους κακούργους. Όμως στο θάνατό του στάθηκε με τον πλούσιο» (53,9): Πέθανε πράγματι ανάμεσα σε δύο ληστές. Αλλά μετά τον θάνατό του ενταφιάστηκε στον τάφο που προοριζόταν για τον Ιωσήφ από Αριμαθαίας, πλούσιο και μυστικό ακόλουθο του Ιησού.


- Μοναδική είναι και η προφητεία για την ανάστασή του. Ο ποιητής και προφήτης βασιλιάς Δαυίδ αναφωνεί: «Δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον άδη, ούτε θα επιτρέψεις ο άγιός σου να γνωρίσει σωματική αποσύνθεση (διαφθορά)» Πράγματι ο Δαυίδ πέθανε και το σώμα του έλιωσε στο χώμα, αλλά η προφητεία προοριζόταν για τον Υιό του Θεού, που τρεις μέρες παρέμεινε ως άνθρωπος στον άδη και την τρίτη αναστήθηκε, χωρίς να δει μάλιστα διαφθορά το σώμα του, δηλαδή αποσύνθεση. (Ψλμ. 16,10).


- Θυμίζουμε και την εκπλήρωση της προφητείας του Αισχύλου στην τραγωδία «Προμηθέας Δεσμώτης». Εκεί ο θεός Ερμής ενημερώνει τον δεμένο στον Καύκασο Προμηθέα ότι δεν θα λάβουν τέλος τα βάσανά του, παρά μόνο όταν ένας θεός κατέβει ο ίδιος στα τρίσβαθα του άδη, παίρνοντας πάνω του τα πάθη του (στιχ. 1026-9). Αυτή τη σωτηρία έφερε με την θυσία Του για όλη την ανθρωπότητα και για όλες τις γενιές των ανθρώπων ο αναμάρτητος Κύριος.





Λίγα λόγια παρακάτω για το σπουδαιότερο ιστορικό γεγονός, την Ανάσταση του Θεανθρώπου, την οποία ο ίδιος ο Ιησούς προείπε πολλές φορές: π.χ. «Γκρεμίστε αυτό το ναό (εννοούσε το σώμα Του) και εγώ θα τον ξαναχτίσω σε τρεις ημέρες» (βλ. και Λουκ. 18:31).


Η ανάσταση προσεγγίζεται κυρίως με πίστη, λειτουργικά και προσευχητικά, αλλά υπάρχουν γι’ αυτήν και ατράνταχτες λογικές αποδείξεις:

- Ο τάφος στον οποίον είχε τοποθετηθεί το νεκρό σώμα του Ιησού βρέθηκε άδειος! Δεδομένου του ισχυρότατου από στρατιώτη λογχίσματος στην πλευρά, αλλά και των πολλών ραβδισμών που είχε πρωτύτερα δεχθεί, την μεγάλη απώλεια αίματος και του σταυρικού μαρτυρίου, ο Χριστός είχε πράγματι πεθάνει. Ο κενός τάφος δεν εξηγείται παρά μόνο με την ανάστασή Του. Άλλωστε την είσοδό του είχαν κλείσει με βαρύ ογκόλιθο και φυλασσόταν από ανύσταχτους και οπλισμένους Ρωμαίους στρατιώτες. Τους Ιουδαίους ακόμη δεν συνέφερε να χαθεί το σώμα του Ιησού από τον τάφο, αφού αυτό θα σήμαινε διάδοση της ανάστασής του, ενώ οι μαθητές Του τον είχαν ήδη αρνηθεί από φόβο και είχαν κρυφτεί, πριν ακόμη σταυρωθεί.


- Ο αναστημένος Ιησούς Χριστός εμφανίσθηκε πολλές φορές στους μαθητές Του. Μετά την ανάσταση Του, ο Ιησούς εμφανίστηκε 10 φορές στους μαθητές του και ο απόστολος Παύλος (που υπήρξε πριν γνωρίσει εμπειρικά τον Χριστό σφοδρός πολέμιος των χριστιανών) διαβεβαιώνει ότι παρουσιάστηκε ακόμη σε 500 περίπου ανθρώπους. Οι αναστάσιμες εκείνες εμφανίσεις του Χριστού (για 40 ημέρες, πρωί, μεσημέρι, απόγευμα και βράδυ και σε διαφορετικές τοποθεσίες) ήταν απολύτως πραγματικές, αφού τους μιλούσε, τους δίδασκε, προχωρούσαν μαζί, έτρωγαν μαζί, τον ακουμπούσαν κ.α.


- Η ανάσταση είναι ο λόγος που η Εκκλησία υπάρχει και θα υπάρχει στους αιώνες. Η Εκκλησία είναι θεανθρώπινος οργανισμός και το σώμα του Χριστού στην αιωνιότητα. Το κέντρο του κηρύγματός της βασίζεται στην ανάσταση του Κυρίου (Πράξεις 2:14-36). Τότε μόνο θα έπαυε να υπάρχει και να δρα η Εκκλησία στην ιστορία, μεταπλάθοντας τον κόσμο σε βασιλεία του Θεού, αν οι εχθροί του σταυρού του Χριστού παρουσίαζαν δημόσια το νεκρό του σώμα. Δεν το έκαναν, ούτε τότε, ούτε τώρα, γιατί ο Κύριος έχει αληθινά αναστηθεί με το σώμα του.


- Η ανάσταση του Κυρίου προξένησε πνευματική και υπαρξιακή αλλαγή στη ζωή των μαθητών και των αποστόλων Του, αλλά και την εμφάνιση εκατομμυρίων μαρτύρων, αγίων και Πατέρων της Εκκλησίας. Όπως διασώζουν οι ευαγγελιστές, οι μαθητές Εκείνου δεν πίστευαν αρχικά ότι θα αναστηθεί από τους νεκρούς. Είχαν μάλιστα απογοητευθεί και επέστρεψαν στις παλιές τους εργασίες [Αυτό πιστοποιεί ακόμη ότι δεν είχαν ψευδαισθήσεις διαδίδοντας στη συνέχεια την ανάστασή Του, αφού δεν ανέμεναν εναγώνια, σύμφωνα με τη σύγχρονη Ψυχολογία, ένα τέτοιο γεγονός]. Μετά την ανάστασή του όμως, και με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, κήρυτταν δυναμικά και δημόσια και δεν φοβήθηκαν φυλακίσεις και δαρμούς, αλλά ούτε και αυτόν τον θάνατο. Και οι 10 απόστολοι του Χριστού (ο Ιούδας είχε απαγχονισθεί και ο Ιωάννης πέθανε σε βαθειά γεράματα) πέθαναν μαρτυρικά, με διάφορους τρόπους: Με σταυρικό θάνατο, με μαχαίρι, στη φωτιά, από τόξο ή από βασανιστήρια. Αυτό αποδεικνύει την αλήθεια των λεγομένων τους. Άλλωστε, εκατομμύρια μάρτυρες των πρώτων χριστιανικών χρόνων έδωσαν τη ζωή τους για τον αγαπημένο και Θεό τους, Ιησού, ενώ ο Χριστός άλλαξε και αλλάζει ψυχοσωματικά, δυναμικά και καθημερινά τη ζωή αμέτρητων απίστων, αδιάφορων, δυστυχισμένων, αποθαρρυμένων, απελπισμένων ανθρώπων.


Μεγάλοι εξάλλου φιλόσοφοι, διανοούμενοι και συγγραφείς (όπως ο ιερός Αυγουστίνος, ο εξέχων φυσικομαθηματικός Πασκάλ, ο πολυτάλαντος φιλόσοφος C.S. Lewis και ο σπουδαίος λογοτέχνης Ντοστογιέφσκι), συμπεριέλαβαν έπειτα από θρησκευτική οδύσσεια ζωής τον Χριστό στη ζωή τους και αναστήθηκαν καρδιακά, πνευματικά και αληθινά.



Κι αυτό διότι ο Χριστιανισμός δεν είναι απλά μια φιλοσοφία ζωής, ούτε σημαίνει τυφλή υπακοή σε απρόσωπους ηθικιστικούς κανόνες. Δεν είναι ιδεολογία και αφηρημένες διδασκαλίες, αλλά στηρίζεται σε μια ζωντανή και προσωπική σχέση με τον αναστημένο και ζωντανό Σωτήρα, Ιησού Χριστό, που πραγματοποιείται με την καθημερινή προσευχή, την μετάνοια, την ταπείνωση του ανθρώπου, την διαρκή Θεία Κοινωνία και τα έργα αγάπης.





Μιχαήλ Γ. Χούλης

Θεολόγος καθηγητής







Βοηθήματα:



1. Αχελώου Ευθυμίου, επισκόπου, «Αθώος», έκδ. Αποστολικής Διακονίας

2. Dr F.F. Bruce, «Τα κείμενα της Καινής Διαθήκης: Είναι άραγε αξιόπιστα;», εκδ. Πέργαμος

3. Ι. Μητροπόλεως Σύρου, «Ελληνοκεντρικός πολυθεϊσμός ή Ελληνοχριστιανισμός;»

4. Σπύρου Φίλου, «Το Μόνιμο Θαύμα: Οι προφητείες της Βίβλου», εκδ. Πέργαμος

5. Σπύρου Φίλου, «Κριτική στο βιβλίο: Κώδικας Da Vinci, του Dan Brown», εκδ. Πέργαμος





Το παρόν άρθρο εκδόθηκε και διανεμήθηκε προνοία και ευλογία του Σεβ. Μητροπολίτου Σύρου, κ. Δωροθέου Β’, για τις ανάγκες της Ι. Μητροπόλεως Σύρου

Προφητείες> Παλαιάς Διαθήκης για τον ΧΡΙΣΤΟ

Μερικές προφητείες τής Π.Δ. για τον Χριστό



Η Παλαιά Διαθήκη περιέχει εκατοντάδες προφητείες για τον Ιησού Χριστό. Για την ακρίβεια, ΕΙΝΑΙ ολόκληρη μια προφητεία για την έλευση τού Σωτήρα τού κόσμου. Και όπως ο Θεός προφήτευσε σε κάθε λαό, έτσι προφήτευσε κυρίως στους Ισραηλίτες για τον Χριστό, από τους οποίους έμελλε να γεννηθεί.


Υπάρχουν τρανταχτές αποδείξεις ότι ο Ιησούς ήταν Θεός, ο Μεσσίας που προφήτευσαν οι προφήτες εκατοντάδες χρόνια πριν. Τα γεγονότα που προφητεύτηκαν και εκπληρώθηκαν πανηγυρικά με τόση ακρίβεια, δεν μπορούν να εξηγηθούν διαφορετικά, παρά μόνο με την ύπαρξη θείου σχεδίου.



*

Θα γεννιόταν στη Βηθλεέμ
*

Θα προερχόταν από τη φυλή Ιούδα
*

Θα γεννιόταν από Παρθένο
*

Θα έκανε τη θριαμβευτική Του είσοδο στη
Ιερουσαλήμ, καβάλα πάνω σε ένα γαϊδουράκι
*

Θα προδινόταν για 30 αργύρια
*

Πού θα χρησιμοποιούνταν τα αργύρια της προδοσίας
*

Θα τραυματιζόταν, θα ταλαιπωριόταν και θα δερνόταν
*

Θα πέθαινε με θάνατο σταυρικό
*

Θα του προσφερόταν να πιει ξύδι
*

Θα έβαζαν τα ρούχα του σε κλήρο
*

Κανένα από τα οστά Του δεν θα έσπαζε
*

Θα ενταφιαζόταν με τον πλούσιο
*

Θ' ανασταινόταν από τους νεκρούς





1. Ο Μεσσίας θα γεννιόταν στη Βηθλεέμ


Προφητεία: «Κι εσύ Βηθλεέμ, περιοχή του Ιούδα, δεν είσαι καθόλου ασήμαντη ανάμεσα στις επιφανέστερες πόλεις του Ιούδα, γιατί από σένα θα βγει αρχηγός, που θα καθοδηγήσει το λαό μου, τον Ισραήλ..» (Μιχαίας 5:12)

Η Βηθλεέμ ήταν μια πολύ μικρή πόλη, απείχε κάπου 10 χλμ από την Ιερουσαλήμ. Το πιο αξιοσημείωτο πράγμα είναι ότι η Παρθένος Μαρία, η μητέρα Του και ο Ιωσήφ, ο αρραβωνιαστικός της, ζούσαν στη Ναζαρέτ, κάπου 200 χλμ βόρεια της Βηθλεέμ. Τον καιρό εκείνο, που δεν υπήρχαν αυτοκίνητα ή τραίνα η απόσταση αυτή ήταν μεγάλο εμπόδιο για την πραγματοποίηση αυτής της προφητείας. Συνέβη, όμως κάτι, ακριβώς την πιο κατάλληλη ώρα. Ο Καίσαρας Αύγουστος, ο άρχοντας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας αποφάσισε ότι κάθε υπήκοος της βασιλείας του θα έπρεπε να γυρίσει στον τόπο της γέννησής του και να απογραφεί. Ο Ιωσήφ καταγόταν από τη Βηθλεέμ, γνωστή επίσης και ως Πόλη του Δαβίδ. Ακριβώς τον καιρό του διατάγματος επρόκειτο να γεννήσει η Μαρία το Γιο της. Η Μαρία και ο Ιωσήφ ξεκίνησαν για το πολυήμερο ταξίδι τους προς τη Βηθλεέμ. Μόλις έφτασαν εκεί, ο Ιησούς γεννήθηκε, εκπληρώνοντας κατά τρόπο θαυμαστό την προφητεία.



2. Ο Μεσσίας θα προερχόταν από τη φυλή Ιούδα


Προφητεία: «Δεν θα λείψει το σκήπτρο από τον Ιούδα, ούτε νομοθέτης από ανάμεσά του, μέχρι που θα έρθει ο Σηλώ και σ' Αυτόν θα υπακούνε οι λαοί» (Γένεση 49:10)

Η λέξη Σηλώ, σημαίνει Μεσσίας. Αυτή η προφητεία, ότι ο Μεσσίας θα ερχόταν από τη φυλή του Ιούδα, ήταν τελείως ασυνήθιστη και παράξενη. Το έθνος του Ισραήλ αποτελούνταν από 12 φυλές. Είχε οριστεί ότι, οι ιερείς του Ισραήλ θα προέρχονταν από τη φυλή του Λευί. Κι όμως, ο Ιησούς εκπλήρωσε αυτή τη προφητεία προερχόμενος από τη φυλή του Ιούδα. Και της Μαρίας και του Ιωσήφ η καταγωγή ήταν από τη φυλή του Ιούδα.


3. Ο Μεσσίας θα γεννιόταν από Παρθένο


Προφητεία: "Γι αυτό, ο ίδιος ο Κύριος θα σας δώσει σημάδι. Δείτε, η Παρθένος θα συλλάβει και θα γεννήσει γιο, και θα ονομαστεί Εμμανουήλ" (Ησαΐας 7:14)

Ο Ιωσήφ και η Μαρία, είχαν μνηστευθεί για να παντρευτούν. Πριν όμως, συμβεί κάτι τέτοιο, η Μαρία είχε μια αγγελική επίσκεψη. Ο άγγελος της είπε ότι, θα έμενε έγκυος, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, και θα γεννούσε γιο. Όταν η Μαρία έμεινε έγκυος, ο Ιωσήφ αποφάσισε να την χωρίσει, γιατί νόμισε πως η Μαρία δεν του ήταν πιστή. Τότε παρουσιάστηκε ένας άγγελος και του είπε: «Ιωσήφ, γιε του Δαβίδ, μη διστάσεις να πάρεις μαζί σου τη Μαρία, τη γυναίκα σου, γιατί αυτό που γεννήθηκε μέσα της προέρχεται από το Πνεύμα το Άγιο» (Ματθαίος 1:20).

Αρκετές αγγελικές επισκέψεις και άλλα υπερφυσικά συμβάντα που συσχετίζονταν με τη γέννηση του Ιησού και του Ιωάννη του Βαπτιστή, του Προδρόμου, του Ιησού, μελετώντας τα από κοντά, αποδείχνουν το γεγονός της παρθενικής γέννησης του Χριστού.


4. Ο Μεσσίας θα έκανε τη θριαμβευτική Του είσοδο στην Ιερουσαλήμ καβάλα πάνω σε ένα γαϊδουράκι


Προφητεία: «Έχε χαρά μεγάλη, θυγατέρα Σιών. Να αλαλάζεις θυγατέρα Ιερουσαλήμ. Δες! Ο Βασιλιάς σου έρχεται σε σένα! Αυτός είναι δίκαιος και σώζει. Είναι πράος και κάθεται πάνω σε γαϊδουράκι» (Ζαχαρίας 9:9)

Η θριαμβευτική είσοδος του Χριστού περιγράφεται στο ευαγγέλιο του Ιωάννη 12: 13 - 14. Λέει ότι, ο λαός «πήρε φοινικόκλαδα και βγήκε να τον προϋπαντήσει κραυγάζοντας: Δοξολογείτε: «Ευλογημένος αυτός που έρχεται στο όνομα του Κυρίου, ο Βασιλιάς του Ισραήλ». Κι ο Ιησούς, αφού βρήκε ένα γαϊδουράκι, κάθισε πάνω σ' αυτό, όπως λέει η Γραφή».


5. Ο Μεσσίας θα προδινόταν για 30 αργύρια



Προφητεία: «Και είπα σ' αυτούς: "Αν συμφωνείτε, δώστε μου αμοιβή. Διαφορετικά αρνηθείτε την. Κι εκείνοι έστησαν την αμοιβή μου: τριάντα αργύρια" » (Ζαχαρίας. 11:12)

Μια από τις εκπληκτικότερες μεσσιανικές προφητείες, είναι το ακριβές ποσό που πληρώθηκε για την κατάδοση του Ιησού. Το βιβλίο του Ζαχαρία γράφτηκε γύρω στα 520 π.Χ., κι όμως η αμοιβή για την προδοσία του Ιησού προφητεύτηκε ακριβώς.

Η εκπλήρωση της προφητείας αυτής αναφέρεται στο ευαγγέλιο του Ματθαίου: «και (ο Ιούδας) είπε: "Tι θέλετε να μου δώσετε; κι εγώ θα σας τον παραδώσω". Kι εκείνοι του μέτρησαν τριάντα αργύρια».


6. Που θα χρησιμοποιούνταν τα αργύρια της προδοσίας



Προφητεία: «Και είπε Κύριος σ' εμένα: Ρίξτε τα αυτά στον κεραμοποιό, την τιμή με την οποία διατιμήθηκα απ' αυτούς. Και πήρα τα τριάντα αργύρια και τα έριξα αυτά στον οίκο του Κυρίου, στον κεραμοποιό» (Ζαχαρίας 11:13)

Η προφητεία αυτή, ότι τα τριάντα αργύρια «ρίχτηκαν στον κεραμοποιό, στον οίκο του Κυρίου», εκπληρώθηκε με έναν ακόμα εκπληκτικότερο τρόπο! Ο Ιούδας, ήθελε να απαλλαχτεί από τα τριάντα αργύρια, όταν τον έλεγξε η συνείδησή του που πρόδωσε αθώο αίμα. Πήγε πίσω στους αρχιερείς και τους είπε ότι, είχε κάνει λάθος. Εκείνοι του αποκρίθηκαν: «Και τι μας νοιάζει εμάς;» Πάνω στην απελπισία του ο Ιούδας, πέταξε την αμοιβή της προδοσίας στο πάτωμα, μέσα στο ναό και εξαφανίστηκε στο σκοτάδι.

Στην περικοπή Ματθαίος 27:6-7 διαβάζουμε σχετικά με αυτό το περιστατικό: «Oι αρχιερείς, λοιπόν, αφού πήραν τα αργύρια είπαν: Δεν επιτρέπεται να τα βάλουμε αυτά στο ταμείο του Ναού, γιατί είναι αντίτιμο αίματος. Έτσι, πήραν την απόφαση σε σύσκεψη κι αγόρασαν μ' αυτά το χωράφι του κεραμιδά για νεκροταφείο των ξένων».

Καταπληκτικότερη προφητεία, με τέτοια λεπτομέρεια, και τόσο ακριβής εκπλήρωσή της, δύσκολα θα μπορούσε κανείς να φανταστεί.


7. Ο Μεσσίας θα τραυματιζόταν, θα ταλαιπωριόταν και θα δερνόταν


Προφητεία: «Αλλά αυτός τραυματίστηκε για τις δικές μας ανομίες. Την τιμωρία που έφερε τη δική μας ειρήνη, αυτός την υπέστη, και με τις δικές του πληγές εμείς γιατρευτήκαμε» (Ησαΐας 53:4-5)

Η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε με τον βάρβαρο βασανισμό του Χριστού πριν και κατά τη σταύρωση Του. Διαβάζουμε στην Καινή Διαθήκη ότι, ο Χριστός, πριν από τη σταύρωση Του, δάρθηκε με 39 ραβδισμούς.


8. Ο Μεσσίας θα πέθαινε με θάνατο σταυρικό



Προφητεία: «Γιατί, σκυλιά με περικύκλωσαν, σύναξη πονηρών ανθρώπων με περιτριγύρισε. Τρύπησαν τα χέρια μου και τα πόδια μου» (Ψαλμός 22:16)

Τόσο η Αγία Γραφή, όσο και η ιστορία μαρτυρούν ότι ο Χριστός πέθανε καρφωμένος στα χέρια και στα πόδια.


9. Στο Μεσσία θα προσφερόταν ξύδι να πιει



Προφητεία: «Κι έδωσαν σ' εμένα χολή για φαγητό και στη δίψα μου με πότισαν ξύδι» (Ψαλμός 69:21)

Όταν σταυρώθηκε ο Χριστός κι ενώ βρισκόταν πάνω στο σταυρό, δίψασε. Φώναξε: «Διψάω»! Στον Ιωάννη 19:29 διαβάζουμε σχετικά: «Εκεί, λοιπόν, υπήρχε ένα δοχείο γεμάτο με ξύδι. Εκείνοι, τότε, αφού γέμισαν ένα σφουγγάρι με ξύδι και το περιτύλιξαν σ' ένα κλαδί από ύσωπο, το έφεραν στο στόμα του Ιησού».


10. Τα ρούχα Του θα τα έβαζαν σε κλήρο


Προφητεία: «Μοιράστηκαν τα ρούχα μου μεταξύ τους, και το ρουχισμό μου τον έβαλαν σε κλήρωση» (Ψαλμός 22:18)

Όταν σταυρώθηκε ο Χριστός, οι στρατιώτες μοιράστηκαν τον ρουχισμό Του, βάζοντας τον σε κλήρο». (Μάρκος 15:24).


11. Κανένα από τα οστά Του δεν θα έσπαζε


Προφητεία: «Αυτός προστατεύει όλα τα οστά του. Κανένα απ' αυτά δεν θα συντριφθεί» (Ψαλμός 34:20)

Η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε με τον εκπληκτικότερο τρόπο. Μετά που σταυρωνόταν ένα πρόσωπο κι έμενε κρεμασμένο πάνω στο σταυρό όλη τη μέρα, ήταν η συνήθεια των Ρωμαίων να σπάζουν τα σκέλη του. Αυτό έκαναν για να επισπεύσουν το θάνατο ώστε οι στρατιώτες να πάνε γρηγορότερα στον καταυλισμό τους. Ο ξαφνικός και ανυπόφορος πόνος, σόκαρε στις περισσότερες περιπτώσεις τον κατάδικο επισπεύδοντας το θάνατο του. Οι Ρωμαίοι στρατιώτες έσπασαν τα σκέλη των δύο ληστών που είχαν σταυρώσει μαζί με τον Χριστό. Όταν ήρθαν στον Χριστό απόρησαν που Αυτός είχε ήδη πεθάνει. Αντί λοιπόν να Του σπάσουν τα σκέλη, απλώς έμπηξαν ένα ξίφος στο πλευρό Του, εκπληρώνοντας έτσι μέχρι και την παραμικρότερη λεπτομέρεια την προφητεία ότι, τα σκέλη Του δεν θα σπάζονταν. Αυτή η εκπλήρωση ιστορείται στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη 19:33.


12. Ο Μεσσίας θα ενταφιαζόταν με τον πλούσιο


Προφητεία: «Και ο τάφος του ορίστηκε με τους κακούργους. Όμως, στο θάνατο Του στάθηκε με τον πλούσιο, γιατί δεν έκανε ανομία, κι ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα Του» (Ησαΐας 53:9)

Ο Χριστός πέθανε ανάμεσα σε δύο ληστές. Όταν ήρθε η ώρα της ταφής Του, δεν είχαν μέρος γι΄ Αυτόν. Υπήρχε ένας πλούσιος που λεγόταν Ιωσήφ από την Αριμαθαία, που είχε γίνει κρυφός μαθητής του Χριστού. Αυτός που πήγε στον Πιλάτο και του ζήτησε το σώμα του Ιησού για να το θάψει. Ο Πιλάτος, δέχτηκε την αίτηση του και ο Ιωσήφ έθαψε το σώμα του Ιησού στον τάφο που είχε για τον εαυτό του. Εκπληρώθηκε έτσι η προφητεία ότι ο Ιησούς θα θαβόταν με τον πλούσιο.


13. Ο Μεσσίας θ΄ανασταινόταν από τους νεκρούς


Προφητεία: «Γιατί, δε θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον Άδη, κι ούτε θα αφήσεις τον όσιό σου να φθαρεί» (Ψαλμός 16:10)

Παρόλο που ο τάφος του Χριστού φυλαγόταν από μια στρατιωτική φρουρά, μετά από τρεις μέρες, Αυτός αναστήθηκε. Οι αρχιερείς, πλήρωσαν τους στρατιώτες για να πουν ψέματα, ισχυριζόμενοι ότι, οι μαθητές του Χριστού ήρθαν κι έκλεψαν το σώμα Του τη νύχτα. Τις επόμενες 40 μέρες, ο Χριστός εμφανίστηκε σε πολλούς ανθρώπους σε διαφορετικές περιπτώσεις. Σε μια περίπτωση, πάνω από 500 άνθρωποι Τον είδαν μαζί. Το γεγονός αυτό θα γινόταν δεκτό από οποιοδήποτε δικαστήριο του κόσμου.

Με αυτές τις προφητείες προς το παρόν, μπορείτε να πάρετε μια ιδέα για τα τεκμήρια τής θεότητάς Του, και ελπίζουμε στο μέλλον να δείξουμε πολύ περισσότερα...






ΠΗΓΗ:"Αποδείξεις ότι ο ΙΗΣΟΥΣ ήταν ο ΜΕΣΣΙΑΣ" στο jesuslovesyou.gr,
Απόδοση: Συμεών Α. Ιωαννίδη


********************

Τρίτη 6 Απριλίου 2010

Το Μυστήριον > ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ


Θεολογική Προσέγγιση καί Λειτουργική Πράξη





Προλογικό


Οἱ σκέψεις πού ἀκολουθοῦν δέν φιλοδοξοῦν καί δέν ἀξιώνουν νά καλύψουν, πλήρως τό θέμα. Αὐτό δέν εἶναι δυνατό. Ὁ ἀνθρώπινος λόγος δέν μπορεῖ, καί δέν φθάνει, νά ἀποδώση τήν θεϊκή πληρότητα τοῦ συνεχοῦς θαύματος. Οἱ σκέψεις αὐτές ἀποτελοῦν ἁπλῶς μιά σκιαγράφηση τῆς ὀρθοδόξου πατερικῆς διδασκαλίας καί παραδόσεως περί τοῦ μυστηρίου καί ἐπιδιώκουν, προσεγγίζοντας τήν λειτουργική μας ἐμπειρία καί εὐαισθησία, νά δώσουν ἀφορμές γιά περαιτέρω προβληματισμό, ἀφοῦ τό ζητούμενο εἶναι ἡ θεωρία τῆς ἐκκλησιατικῆς λατρείας.

Ἡ λειτουργική μας ἔκφραση καί κατάσταση σήμερα, φαίνεται νά πάσχη ἀπό μιά βαθειά κρίση. Ὄχι ἡ λατρεία καθ' ἑαυτή, - διότι ἡ ὀρθόδοξη λατρεία, στό βάθος της, παρέμεινε αὐτό πού ἦταν πάντα - ἀλλά ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο κατανοοῦμε τήν λατρεία καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ὁ κόσμος τήν χρησιμοποιεῖ ἔχει, ὁμολογουμένως, ἀλλάξει βαθειά. Μεταξύ τοῦ σκοποῦ τῆς λατρείας καί τῆς κατανοησής της ὑπάρχει σήμερα μιά διαφορά, ἕνα χάσμα.

Τό οὐσιαστικό εἶναι νά ὑπάρξη ἕνας γόνιμος ἐσωτερικός προσωπικός προβληματισμός, ἐάν, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, γνωρίσουμε καί συνειδητοποιήσουμε τί συμβαίνει στήν Ἐκκλησία τήν ὥρα τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ποιά πραγματικότητα φανερώνεται καί δίδεται σέ μᾶς ἀπό αὐτό τό μυστήριο τῶν μυστηρίων; Γιατί, μόνον ὅταν τίθεται αὐτό τό ἐρώτημα, μποροῦμε νά κατανοήσουμε, ὅτι ἐκεῖνο πού ζωντανεύει τά σιωπηλά κείμενα εἶναι ἡ ἐσωτερική μνήμη τῆς Ἐκκλησίας.




Κρίναμε σκόπιμο νά χωρίσουμε τήν εἰσήγησή μας σέ ἐπί μέρους θεματικές ἑνότητες, στίς ὁποῖες, κατά τήν ταπεινή μας ἄποψη, ἐμφαίνεται, γενικά ἡ προβληματική τοῦ σήμερα, καί οἱ ὁποῖες ἀφοροῦν:




1) Τήν σχέση Ἐκκλησίας καί Θείας Εὐχαριστίας.

2) Τήν ἐσχατολογική κατεύθυνση τῆς Θείας Λειτουργίας.

3) Τήν σχέση Δόγματος καί Θείας Εὐχαριστίας.

4) Τά τελούμενα κατά τήν Θεία Λατρεία, μέ ἰδιαίτερη ἀναφορά στό ζήτημα τῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν καί τοῦ κηρύγματος.



1. Ἐκκλησία καί Εὐχαριστία.

Σέ κάθε Θεία Λειτουργία δέν ἔχουμε μιά ἐξωτερική ἀναπαράσταση ἤ μιά ἐπανάληψη, γιατί ἡ σταυρική θυσία ἅπαξ ἐτελέσθη, καί γι' αὐτό δέν ἐπαναλαμβάνεται, ἀλλά ἔχουμε συνέχεια καί μετοχή στήν μία καί μοναδική θυσία τοῦ Χριστοῦ . Δέν εἶναι μιά νέα θυσία, ἀλλά πάντα ἡ ἴδια, αὐτή πού ὁ Χριστός μᾶς ἔδωσε καί μέσα στήν ὁποία μᾶς ἔχει περιλάβει. Αὐτή ἡ πραγματικότητα ἐκφράζεται στήν εὐχή τοῦ Χερουβικοῦ Ὕμνου: "Σύ εἶ ὁ προσφέρων καί προσφερόμενος, καί προσδεχόμενος καί διαδιδόμενος....". Προσφέρουμε, λοιπόν, τήν Θεία Εὐχαριστία, ὄχι γιατί ὁ Θεός τήν χρειάζεται, ἀλλά γιατί ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ οὐσία καί ἡ προϋπόθεση τῆς ἰδικῆς μας ὑπάρξεως ἐν Αὐτῷ. Αὐτός εἶναι ὁ μόνος τρόπος οὐσιαστικῆς ἀνακαινίσεως τοῦ κόσμου. Διότι μόνο ἡ εὐχαριστιακή κοινότητα, ἡ ὁποία μεταμορφώνεται στήν Θεία Εὐχαριστία, εἶναι δυνατόν καί νά μεταμορφώση ἀληθινά τόν κόσμο.

Ἡ κοινωνία, μέσα στήν ὁποία ἀποκαθίσταται ἡ θεανθρώπινη ἕνωση καί ἀναπλάσσεται ἡ πεσοῦσα ἀνθρώπινη φύση, τελεῖται στό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Μέ τό ἀφετηριακό καί μέγιστο χάρισμα τοῦ Βαπτίσματος εἰσέρχεται ὁ ἄνθρωπος στήν πραγματικότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. Ὅσοι ἑνώνονται μέ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στήν Ἐκκλησία, ἐπανέρχονται στήν θεανθρώπινη κοινωνία, ἐπανευρίσκουν τήν χαμένη στόν Παράδεισο οἰκογένειά τους, ἀντικρύζουν τόν Θεό Πατέρα τους καί τούς ἄλλους ἀνθρώπους ἀδελφούς τους, μετέχουν στήν ἀναπνοή τοῦ σώματος πού εἶναι ἡ προσευχή τῆς Ἐκκλησίας, συντονίζονται μέ τήν προσευχή τῶν ἁγίων, προσεύχονται μέ τίς προσευχές τῶν ἁγίων, ἀγωνίζονται νά καταστείλουν τήν ἀνταρσία τῆς ἁμαρτωλῆς του φύσης μέ τούς κανόνες καί τούς ὅρους τῆς ἄσκησης τῶν ἁγίων, συντονισμένοι χρονικά καί τροπικά μέ τό σύνολο ἐκκλησιαστικό σῶμα, τρέφονται ἀπό τό ποτήριο τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μέ τήν τροφή τῶν μαρτύρων καί ὁμολογητῶν, τό δώρημα τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος του Χριστοῦ, τόν ἄρτο καί τόν οἶνο πού ἑνώνει γῆ καί οὐρανό.

Ὅμως ἡ μετοχή τῆς ζωοποιοῦ ἐνέργειας τοῦ ἁγίου Πνεύματος δέν εἶναι ἐφ' ἅπαξ ἐγγυημένη διά τοῦ Βαπτίσματος. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, κοινωνός τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μέ τήν διανοητική ἀποδοχή "ἀρχῶν" καί " ἀξιωμάτων" ἀλλά μέ τήν καθολική αὐτοπροσφορά του στήν ἀντιπροσφερόμενη Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μόνο μέ τόν ἀγώνα γιά τήν τελείωση μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά μετέχη τῆς ἀφθαρτοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτό σέ κάθε Θεία Λειτουργία οἱ εἰρηνεύοντες μεταξύ τους, μέ ἀγάπη, πιστοί ἐπικαλοῦνται τόν Θεό, γιά νά μορφώση σέ αὐτούς, δια τῶν Τιμίων Δώρων, τόν Χριστό διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. "Σπουδάζετε οὖν πυκνότερον συνέρχεσθαι εἰς εὐχαριστίαν καί εἰς δόξαν. Ὅταν γάρ πυκνῶς ἐπί τό αὐτό γίνεσθε, καθαιροῦνται αἱ δυνάμεις τοῦ Σατανᾶ καί λύεται ὁ ὄλεθρος αὐτοῦ ἐν τῇ ὁμονοίᾳ ὑμῶν τῆς πίστεως" .

Στήν Θεία Εὐχαριστία, τήν "συγκεφαλαίωση τῆς ὅλης Θείας Οἰκονομίας", πραγματοποιεῖται ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ καί κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί συγχρόνως ἀποκαλύπτεται ἡ φύση καί ὁ χαρακτήρας τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας, ὡς μυστηρίου θεανθρωπίνης κοινωνίας. Ἡ Θεία Λειτουργία συνιστᾶ καί ἐκφράζει αὐτό τοῦτο τό εἶναι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐφ' ὅσον αὐτό τοῦτο τό εἶναι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι λειτουργικό καί αὐτή ἡ ζωή της εἶναι εὐχαριστιακή. "Νῦν αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν σύν ἡμῖν ἀοράτως λατρεύουσι . Ὁ κόσμος προσφέρεται στόν Θεό καί καθίσται τοῦ Θεοῦ. "Τά Σά ἐκ τῶν Σῶν Σοί προσφέρομεν..." . " Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν". Ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος πού προσφέρουμε στόν Θεό συνοψίζουν καί περιλαμβάνουν ὅλη τήν ζωή μας καί ὅλο τόν κόσμο μας. Ἀλλά καί ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἐν μετανοίᾳ μετέχει τῆς Εὐχαριστίας καθίσταται καθολικός ἄνθρωπος, δηλαδή ἄνθρωπος πού ὑπερβαίνει τήν διάσπαση καί τήν μερικότητα διά τῆς μετοχῆς του στήν καθολική Ἀλήθεια καί Ζωή. Τώρα μποροῦμε νά κατανοήσουμε "γιατί δέν εἶναι ἡ Ἐκκλησία πού ὑπάρχει γιά τήν Θεία Λειτουργία. Εἶναι ἡ Θεία Εὐχαριστία, ἡ ὁποία μέ ὅλη τήν σημασία τῆς λέξεως, καθιστᾶ τήν Ἐκκλησία αὐτό πού πραγματικά εἶναι" . Νά γιατί χωρίς τήν Θεία Εὐχαριστία δέν θά ὑπῆρχε Ἐκκλησία. Νά γιατί αὐτό τό ὁποῖο πρέπει νά μᾶς προβληματίση εἶναι τό γεγονός, ὅτι σήμερα ἡ λατρεία δέν κατανοεῖται πλέον ὡς κατ' ἐξοχήν λειτουργία, ἔκφραση καί ἐκπλήρωση τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἀντίθετα, ἡ Ἐκκλησία ἐκλαμβάνεται ἁπλά ὡς τελετουργός τῆς λατρείας.


1.2. Ἡ ἐξατομίκευση-Ὑπάρχει δημόσια ἤ ἰδιωτική λατρεία;


Ἕνα ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς λειτουργικῆς ἀντιλήψεως, τό ὁποῖο ὁδηγεῖ σέ μιά σειρά ἀπό ἀλλαγές μέ ἀρνητικές συνέπειες γιά τήν λειτουργική ἐξέλιξη καί τήν πνευματικότητα, εἶναι τό φαινόμενο τῆς ἐξατομίκευσης τῆς Θείας Λειτουργίας, τό γεγονός δηλαδή, ὅτι ἡ ἐμπειρία τῆς λατρείας ἔχει παύσει νά εἶναι μιά ἀπό κοινοῦ λειτουργική πράξη. Εἶναι τουλάχιστον στή συνείδηση ἀρκετῶν, μιά συνάθροιση ἀτόμων πού ἔρχονται στήν Ἐκκλησία, παρίστανται στήν λατρεία μέ σκοπό νά ἱκανοποιήσουν μεμονωμένα τίς ἀτομικές τους θρησκευτικές ἀνάγκες καί ὄχι γιά νά συστήσουν καί νά ἀποτελέσουν τήν Ἐκκλησία.

Σκοπός τῆς ὑπάρξεως τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ σωτηρία διά τῆς τελειώσεως μέσα ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τούς ἀδελφούς μας. Τό ἱστορικό γεγονός τῆς ἐνανθρώπισης τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτει καταρχήν τόν ἄρχονο τρόπο τῆς θείας ζωῆς πού εἶναι ἡ ἀγάπη (Α´ Ἰωαν. 4. 8), ἡ ἀγάπη ὄχι σάν ἠθική ἰδιότητα (ἰδιότητα συμπεριφορᾶς), ἀλλά ὡς ὀντολογική πραγματικότητα πού θά πῆ: ὑπαρκτική ἀλήθεια, ἀλήθεια ἑνότητας, κοινωνίας καί σχέσης. Προσλαβμάνουμε τόν κόσμο, ὑπό τά εἴδη τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου, ὡς Λόγο ἔνσαρκο τοῦ Θεοῦ· ἀποδεχόμαστε τή ζωή, τήν "ἐν σαρκί" ζωή τοῦ κόσμου τούτου, ὄχι ὡς αὐτονομημένη ἀτομική ἐπιβίωση, ἀλλά ὡς μυστήριο ἑνότητος σαρκός καί Θεότητος. Κοινωνοῦμε τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί μετέχουμε στήν ζωή τῆς Τριάδος, τήν ὄντως ζωή. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται ὁ ἱερουργός τῆς εὐχαριστιακῆς ἑνότητας τοῦ κόσμου. Ἡ ζωή τῆς Εὐχαριστίας μπορεῖ νά προσλάβη ἀκόμη καί τόν θάνατο τοῦ ἀνθρώπου, νά ἐγκεντρίση τό θάνατο στή ζωή. Αὐτή ἡ πρόσληψη καί ὁ ἐγκεντρισμός τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου στήν ζωή τῆς κοινωνίας μέ τόν Θεό εἶναι ὁ καινούργιος τρόπος ὑπάρξεως πού ἐνσαρκώνει ἡ Ἐκκλησία, εἶναι τό ὑπαρκτό γεγονός τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας, ὅπως φανερώνεται κάθε φορά στήν εὐχαριστιακή σύναξη.

Τό πρόβλημα τῆς δυτικῆς θεολογίας, ἄν δηλαδή ἡ σωτηρία ἐπιτυγχάνεται με τήν πίστη μόνο ἤ μέ ἀξιόμισθα ἔργα, εἶναι ἄγνωστο στήν ὀρθόδοξη διδασκαλία. Ὁ ἰσχυρισμός δέ τῶν Προτεσταντῶν, ὅτι κάθε ἕνας πιστός ἔχει μέ τόν Θεό ἰδιωτικές σχέσεις καί δέν ἔχει, κατά συνέπεια, ἀνάγκη ἄλλων πρός ἐπίτευξη ὀρθῆς σχέσεως μέ τόν Χριστό, εἶναι ἀπό καθαρά εὐαγγελική ἄποψη ἀβάσιμος. Ἡ ἐκδοχή αὐτή περί σωτηρίας εἶναι προϊόν μιᾶς εὐδαιμονιστικῆς καί ἰδιοτελοῦς νοοτροπίας, εἶναι τό ἄγχος τοῦ ἀνθρώπου τῆς αὐγουστίνειας καί προτεσταντικῆς αὐτοσυνειδησίας.

Θά πρέπει νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τήν ἰδέα, ὅτι ὑπάρχουν δύο λατρεῖες στήν Ἐκκλησία, μιά δημόσια καί μιά ἰδιωτική. Ἡ ἀρχαία ἀντίληψη τῆς Ἐκκλησίας περί Εὐχαριστίας ἀντιμετωπίζει τό μυστήριο τῆς Θείας Λειτουργίας ὄχι σάν ἀντικείμενο ἤ σάν κείμενο, σάν πράγμα καί σάν μέσο ἐκδηλώσεως τῆς εὐσέβειάς μας ἤ ἐξυπηρετήσεως, ἀλλ' ὡς κοινή καθολική ἐκδήλωση τῆς ὅλης Ἐκκλησίας, ὡς κοινωνία τῆς ἀγάπης. Ἄς θυμηθοῦμε ἐδῶ, γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές, τόν Ἀσπασμό τῆς εἰρήνης, πρίν τήν Ἀναφορά, καί τήν σημασία τοῦ γεγονότος τῆς ἑορτῆς, τό ὁποῖο (γεγονός) διασώζεται στόν χῶρο τῆς εὐχαριστιακῆς κοινότητος.

Ἡ Θεία Εὐχαριστία, ἡ ὁποία εἶναι, σύμφωνα μέ τήν ὁμόφωνη παράδοση, τό κέντρο ὁλόκληρης τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, καταλογογραφήθηκε ὡς ἕνα ἀπό τά μυστήρια, γιά νά καταντήση νά τελῆται πολλές φορές, ὅπως καί τά ἄλλα μυστήρια, ὡς ἰδιωτική ἀκολουθία πού ἀποσκοπεῖ στόν ἐξαγιασμό μεμονομένων χριστιανῶν καί ὄχι στήν οἰκοδομή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ καλύτερη ἀπόδειξη αὐτοῦ εἶναι ἡ ὁλοκληρωτική παραγνώριση τῆς Θείας Κοινωνίας ὡς μιᾶς πράξεως γιά ὅλους. Ἐκεῖ πού ἡ Πρώτη Ἐκκλησία εἶδε τήν πραγματική της ἐκπλήρωση ὡς κοινωνία σέ ἕνα σῶμα, - "ἡμᾶς δέ πάντας τούς ἐκ τοῦ ἑνός ἄρτου καί τοῦ ποτηρίου μετέχοντας......", ἐρχόμαστε ἐμεῖς νά τίς θεωρήσουμε ὡς πράξεις πού ἀφήνονται ἀποκλειστικά στήν ἀτομική ἐπιθυμία ἑκάστου, τήν εὐσέβεια καί τήν προετοιμασία.

Εἶναι χαρακτηριστικό, ἐάν ἐρωτήσουμε τούς Χριστιανούς μας, γιατί πηγαίνουν τήν Κυριακή στήν Ἐκκλησία, πολλές φορές οἱ ἀπαντήσεις δέν ἔχουν καμιά σχέση μέ τήν ἀλήθεια. Δηλαδή, πρέπει νά ἔρχεσαι, σοῦ λένε, τήν Κυριακή στήν Ἐκκλησία, διότι εἶναι καθῆκον πρός τόν Θεό. Αὐτή δέν εἶναι Ὀρθοδοξία. Εἶναι ἡ ἀτομική σχέση μέ τόν Θεό.

Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει νά ἀναφέρουμε καί τό θέμα τῆς προσελεύσεως ἤ μή στήν Θεία Κοινωνία. Ἡ συνεχής Κοινωνία εἶναι τό ἰδεῶδες τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. Δέν πρόκειται κάθολου γιά ὑποχρέωση. Δέν μποροῦμε, δέν ἔχουμε δικαίωμα νά τό πράξουμε, νά πιέσουμε κανέναν νά κάνη μιά πράξη ἀγάπης καί λατρείας. Πρόκειται γιά μιά ἀντικειμενική καί ξεκάθαρη διαπίστωση: ὅποιος δέν κοινωνεῖ τοποθετεῖ τόν ἑαυτό του στήν κατάσταση τῶν ξένων, πού εἶναι ἔξω ἀπό τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. "Μηδείς πλανάσθω. Ἐάν μή τις ᾗ ἐντός τοῦ θυσιαστηρίου, ὑστερεῖται τοῦ ἄρτου τοῦ Θεοῦ.....ὁ οὖν μή ἐρχόμενος ἐπί τό αὐτό, οὗτος ἤδη περηφανεῖ καί ἑαυτόν διέκρινεν". Οἱ Ἱεροί Κανόνες εἶναι σαφέστατα κανονιστικοί γι' αὐτούς πού δέν κοινωνοῦν, γιατί μιά τέτοια στάση φανερώνει τήν μή συμμετοχή στήν Ἐκκλησία. Γι' αὐτό ὁμιλοῦν περί ἀποβολῆς καί ἀφορισμοῦ. Διάφοροι λόγοι, μά πάνω ἀπ' ὅλα ἡ χαμένη ἐκκλησιαστική αὐτοσυνειδησία, συνετέλεσαν στό νά λησμονηθῆ ἡ ἀλήθεια αὐτή. Εὐτυχῶς ἡ Ἐκκλησία ἄρχισε νά ζῆ, καί πάλι τήν παράδοσή της. Γεννιέται τό κίνημα τῶν Κολλυβάδων, γνωρίζουμε ἀγῶνες ἁγίων καί ἀσκητῶν γιά τήν ἐπανεκτίμηση τῆς λειτουργικῆς παραδόσεως καί διδασκαλίας. Ἤδη στά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Νοταρᾶς, Ἀρχιεπίσκοπος Κορίνθου ἐκδίδει ἀνώνυμα τό βιβλίο περί τῆς συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως, τό ὁποῖο ἀρχικά καταδικάσθηκε ἀπό τούς Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Γαβριήλ καί Προκόπιο, ὡς παράνομο καί σκανδαλοποιό, ἀθωώθηκε συνοδικά ἀπό τόν Πατριάρχη Νεόφυτο, ὡς ψυχοφελές καί σωτήριο, καί ἔδωσε ἀφορμή στόν Πατριάρχη ἅγιο Γρηγόριο τόν Ε´ νά συντάξη, κατά τό ἔτος 1819, Πατριαρχικό γράμμα πρός τούς Μοναχούς τοῦ ἁγίου Ὄρους, καί νά ἀποφανθῇ ὅτι "χρέος ἔχουσιν οἱ εὐσεβεῖς ἐν ἑκάστῃ μυσταγωγίᾳ νά προσέρχωνται καί νά μεταλαμβανώσιν, ἀρκεῖ νά εἶναι ἀνέγκλητοι παρά τοῦ πνευματικοῦ των" .

Ἡ ἀλήθεια εἶναι, ὅτι τό γεγονός τῆς τακτικῆς ἤ μή προσελεύσεως τῶν πιστῶν στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, καθώς καί τῆς καταλλήλου προετοιμασίας, εἶναι ἕνα πού σοβαρό ζήτημα τό ὁποῖο καθημερινά ἀντιμετωπίζουμε καί γιά τό ὁποῖο ὀφείλουμε νά ἐργασθοῦμε σκληρά. Εἶναι ἐπίσης πολύ σημαντικό, ὅσον ἀφορᾶ στό θέμα τῆς συμμετοχῆς στήν Θεία Κοινωνία, νά ἔχουμε κατά νοῦ καί μιά ἄλλη προοπτική: ποιά εἶναι γιά τόν συγκεκριμένο ἄνθρωπο ἡ καλύτερη προετοιμασία; Πῶς θά ἐμφυτεύσουμε μιά ὑγιῆ διάθεση γιά τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία; Πῶς θά βοηθήσουμε τόν ἄνθρωπο νά διατηρήση τήν ἐπιθυμία νά γνωρίση τόν Χριστό;

2. Εὐχαριστία καί Ἐσχατολογία.

Ἡ λατρεία μας μέ τό νά εἶναι φανέρωση τοῦ Θεοῦ γίνεται φανέρωση τοῦ κόσμου. Εἶναι πάντοτε κοσμική, ὑπό τήν ἔννοια ὅτι προσλαμβάνει ὁλόκληρη τήν κτίση ἐν Χριστῷ, εἶναι ἱστορική καί προσλαμβάνει ἐν Χριστῷ τόν χρόνο εἶναι ἐσχατολογική καί μᾶς κάνει μετόχους τῆς ἐρχόμενης Βασιλείας. Ἀνατρέπει κάθε ἔννοια χωροχρονικῆς ἀκολουθίας. Δέν προσδιορίζεται ἀπό τόν χρόνο ἀλλά προσδιορίζει τόν χρόνο. Τό μυστήριο τῆς Συνάξεως εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ καί ὡς ἔργο τοῦ Θεοῦ ὑπερβαίνειτόν χρόνο καί ἀνήκει στήν αἰωνιότητα. Ἤδη ἡ τέλεση τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου πρό τοῦ Σταυρικοῦ Θανάτου ἀντιστρέφει τόν ἱστορικό χρόνο καί καταργεῖ τήν χρονική ἀκολουθία . Γι' αὐτό ἡ Θεία Λειτουργία δέν πρέπει νά θεωρεῖται ἁπλῶς καί μόνο ὡς μιά αἰσθητική ἐμπειρία ἤ μιά θεραπευτική ἄσκηση. Ἡ μοναδική λειτουργικότητά της εἶναι νά ἀποκαλύπτη τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. "Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος....". Αὐτό εἶναι πού μνημονεύουμε συνέχεια. Ἡ ἀνάμνηση τῆς Βασιλείας εἶναι ἡ πηγή ὅλων τῶν ἄλλων μέσα στήν Ἐκκλησία.

Αὐτή, ὅμως, ἡ βιβλική καί ἀρχέγονη χριστιανική πνευματικότητα, βασισμένη στήν λειτουργική καί ἐσχατολογική κατανόηση τῆς Ἐκκλησίας, ἄρχισε, ἀπό τόν 3ο αἰώνα, σταδιακά, νά ὑποχωρῆ, ἤ στήν καλύτερη περίπτωση νά συνυπάρχη μέ μιά ἄλλη πνευματικότητα . Ἡ Ἐκκλησία παύει νά ἀποτελῆ εἰκόνα τῶν Ἐσχάτων καί γίνεται εἰκόνα τῶν ἀρχικῶν πραγμάτων.

Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ παύει νά εἶναι τό κεντρικό περιεχόμενο καί ἡ ἐσωτερική ὤθηση τῆς χριστιανικῆς πίστης. Κατανοεῖται μόνο ὡς μελλοντική Βασιλεία, γιά τό τέλος καί μετά τό τέλος. Αὐτός ὁ σταδιακός περιορισμός τῆς χριστιανικῆς ἐσχατολογίας εἶχε σοβαρώτατες ἐπιπτώσεις στήν διαμόρφωση τῆς λειτουργικῆς συνειδήσεως, ὅλης τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας καί στήν εὐσέβεια τῶν πιστῶν.

Ποιός ἐνθυμεῖται σήμερα, ὅταν ὁ Ἐπίσκοπος εἰσέρχεται στόν Ναό, ὅτι τό γεγονός αὐτό εἶναι ἕνα μέγα λειτουργικό γεγονός, διότι εἰκονίζει τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, τόσο στήν Πρώτη ὅσο καί στήν Δευτέρα Παρουσία Του. "Τήν μέν οὖν πρώτην εἰς τήν Ἀγίαν Ἐκκλησίαν τοῦ Ἀρχιερέως κατά τήν ἱεράν σύναξιν, τῆς πρώτης τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ διά σαρκός εἰς τόν κόσμον τοῦτον παρουσίας τύπον καί είκόνα φέρειν....Μεθ' ἥν παρουσίαν ἡ εἰς οὐρανούς αὐτοῦ καί τόν ὑπερουράνιον θρόνον ἀνάβασίς τε καί ἀποκατάστασις συμβολικῶς τυποῦται διά τῆς ἐν τῷ ἱερατείῳ τοῦ Ἀρχιερέως εἰσόδου καί τῆς εἰς τόν θρόνον τόν ἱερατικόν ἀναβάσεως.... Τάς δέ θείας τῶν πανιέρων βίβλων ἀναγνώσεις, τάς θείας καί μακαρίας τοῦ παναγίου Θεοῦ βουλήσεις τε καί βουλάς ὑπεμφαίνειν...Τήν δέ πνευματικήν τῶν θείων ᾀσμάτων τερπνότητα τήν ἐμφαντικήν...τῶν θείων ἀγαθῶν ἡδονήν...".



3. Δόγμα καί Θεία Λειτουργία


Ἡ πληρότητα τῆς θεολογικῆς σκέψεως τῆς Ἐκκλησίας εὑρίσκεται στήν λατρεία. Ἡ χριστιανική λατρεία, ὡς ζῶσα ἐμπειρία καί βίωση τῆς πίστεως ἀφ' ἑνός ἐκφράζει τήν βιβλική καί πατερική διδασκαλία καί ἀφ' ἑτέρου τήν δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ φράση τοῦ ἁγίου Εἰρηναίου "ἡμῶν δέ σύμφωνος ἡ γνώμη τῇ εὐχαριστίᾳ καί ἡ εὐχαριστία... βεβαιοῖ τήν γνώμην" ἐπιβεβαιώνει ὅτι, ἡ ὀρθόδοξη λατρεία εἶναι αὐτή καθ' ἑαυτή δογματική καί μαρτυρεῖ περί τῆς ταυτότητος τῆς ἐκκλησιαστικῆς λειτουργίας καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς πίστεως. Τοῦτο ἀποτελεῖ τό πλέον χαρακτηριστικό καί ἔξοχο σημεῖο τῆς Παραδόσεως. Αὐτό δέ θά τό διαπιστώσουμε περισσότερο, ὅταν ἐξετάσουμε καί ἱστορικά τήν ἀντίδραση τῆς λατρείας (οὐσιαστικά τῶν Πατέρων μέσα ἀπό τήν λατρεία) ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν.

Θά μᾶς ἐπιτραπῆ ἐδῶ νά ἀναφέρουμε ἕνα συγκεκριμένο παράδειγμα, τό ὁποῖο ἀφορᾶ στήν σύγχρονη λειτουργική πράξη καί ἀντίληψη σέ σχέση μέ τήν δογματική διδασκαλία. Εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο τό θέμα αὐτό καί ἀξίζει τῆς προσοχῆς τοῦ ἀναγνώστου.

Ἡ ἀρχική εὐχαριστιακή ἀναφορά, τό "Ἄξιον καί δίκαιον", πού διαβάζουμε στήν Θεία Λειτουργία, ἦταν προσευχή πρός τόν Θεό Πατέρα. Ἡ εὐχαριστήριος εὐχή ἤ εὐχή τῆς ἀναφορᾶς τῆς Θείας Λειτουργίας τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος, Ἐπισκόπου Ρώμης, ἀναφέρεται καί στήν μεταξύ τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος σχέση. Στήν Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου εἶναι σαφές, ὅτι μόνο ὁ Θεός Πατήρ δέχεται τήν εὐχή τῆς ἀναφορᾶς. Στήν Θεία Λειτουργία τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ὅπως ἐπισημαίνουν οἱ Λειτουργιολόγοι, μετά τόν Δ´ αἰώνα, ὑπῆρξε κάποια ἀλλαγή καί στήν Ἀναφορά προστέθηκε ἡ φράση "Σύ καί ὁ Μονογενής Σου Υἱός καί τό Πνεῦμα Σου τό Ἅγιον". Ἀναφέρεται δηλαδή ὅλη ἡ Ἁγία Τριάδα.

Γι' αὐτό καί θεωρεῖται μέγιστο λάθος αὐτό πού κάνουν πολλοί ἱερεῖς, νά στρέφωνται πρός τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ στό "Εὐχαριστήσωμεν τῷ Κυρίῳ". Εἶναι δογματικό λάθος. Ἴσως ἀναρωτηθῆ κανείς: "Τί σημασία ἔχει; Δέν εἶναι θέμα θεότητος, διότι στήν περίπτωση αὐτή ἡ διάκριση τῶν Προσώπων τῆς ἁγίας Τριάδος δέν πρέπει νά ἔχη καμμία σημασία". Ἡ διάκριση τῶν Προσώπων εἶναι πολύ σημαντική καί οὐσιαστική γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη καί θεολογία. Δέν εἶναι τυχαῖοι οἱ ἀγῶνες τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων γιά νά διατηρήσουν αὐτή τήν διάκριση. Ὅπως δέν εἶναι καί τυχαῖο τό γεγονός, ὅτι οἱ αἱρετικοί, γνωρίζοντας, ὅτι αὐτή ἡ διδασκαλία ἀποτελεῖ χαρακτηριστικό καί ἔξοχο σημεῖο τῆς πίστεως, προσπάθησαν νά διαταράξουν ἀπό τήν ἀρχή αὐτήν τήν διάκριση ἀλλοιώνοντας τήν μορφή καί τό περιεχόμενο τῆς εὐχαριστηρίου ἤ τῆς εὐχῆς τῆς Ἀναφορᾶς καί τῶν λειτουργικῶν τύπων. Ὅ,τι κάνει λοιπόν ὁ Υἱός στήν Λειτουργία δέν εἶναι τό ἴδιο μ' αὐτό πού κάνει ὁ Πατήρ, οὔτε τό ἴδιο μ' αὐτό πού κάνει τό Πνεῦμα. Τό κάθε Πρόσωπο κάνει διαφορετικό ἔργο σέ ὅλο τό μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας καί τό ἔργο αὐτό μεταφέρεται στήν Θεία Εὐχαριστία. Ὁ Υἱός ἐκτελεῖ τήν εὐδοκία τοῦ Πατρός τῇ συνεργείᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἀναφέρει πλέον στόν Πατέρα ὅλη τήν Οἰκονομία. Ἡ Εὐχαριστία εἶναι ἀκριβῶς αὐτή ἡ προσαγωγή, ἡ προσφορά καί ἀναφορά στόν Πατέρα. Γι' αὐτό στήν Θεία Εὐχαριστία, καί μάλιστα τήν στιγμή τῆς Ἀναφορᾶς, δέν προσεύχεται ἡ Ἐκκλησία μόνη της. Προσεύχεται ὁ Χριστός. Γι' αὐτό στήν Θεία Εὐχαριστία δέν ὑπάρχει διάλογος μεταξύ Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας, ἀλλά μεταξύ Θεοῦ Πατρός καί Χριστοῦ-Ἐκκλησίας.

Κατά τόν ΙΒ' αἰώνα ἔγινε μιά μεγάλη θεολογική διαμάχη, μιά προσπάθεια ἐπικρατήσεως "καινοτομίας δόγματος", γιά τό ποιός προσφέρει καί ποιός ἀποδέχεται τήν Θεία Εὐχαριστία, καί στήν ὁποία κυρίαρχο ρόλο διεδραμάτισε ὁ Νικόλαος Μεθώνης. Τό ἐρώτημα εἶναι πολύ σοβαρό, διότι κάθε ἀντίληψη, ὅτι ὁ Θεός Πατήρ μπορεῖ νά ἐνεργήση, κατά κάποιο τρόπο, χωρίς τήν παρουσία τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, θά σήμαινε διαίρεση μεταξύ τῶν Προσώπων τῆς Τριαδικῆς Θεότητος. Εἶναι βασικό Πατερικό ἀξίωμα, ὅτι τά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος δέν χωρίζουν ποτέ. Καί στήν Οἰκονομία καί στήν Ἐνσάρκωση εἶναι μαζί, ἀλλά δέν σαρκοῦνται ὅλα. Ἐδῶ εἶναι ἡ μεγάλη λεπτομέρεια: ὁ Υἱός δέχεται τήν Θεία Εὐχαριστία, μαζί μέ τόν Θεό Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά σέ διάκριση ἀπό τόν Θεό Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτό εἶναι τό μυστήριο τῆς κοινωνίας, ἡ ὁποία εἶναι προϋπόθεση τῆς ὑποστάσεως.

Δέν εἶναι λοιπόν ἄλλος ὁ προσφέρων καί ἄλλος ὁ προσφερόμενος "ἀλλ' αὐτός καί εἷς κατά τήν ὑπόστασιν Χριστός, προσφέρων μέν λέγεται ὡς ἱερεύς καθεστώς κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ,... προσφερόμενος δέ ὡς οὐκ ἄλλό τι προσφέρων παρ' ἑαυτόν, ἀλλ' ἤ τό οἰκεῖον σῶμα τε καί αἷμα... καί πάλιν ὁ αὐτός διαδιδόμενος λέγεται, καί ταῦτα μέν κατά τό ἀνθρώπινον, εἰ καί πάντα θεότερον πως, προσδεχόμενος δέ ὡς κατά τήν θεότητα ἡνωμένος ἀεί τῷ Πατρί καί τῷ Πνεύματι καί τούτοις ἀχωρίστως συννοούμενος καί συνδοξαζόμενος τά τε ἄλλα καί τό προσδέχεσθαι τήν προσαγωγήν". "Ταῦτα δέ καί τά δῶρα τά προσφερόμενα, ἡ σάρξ καί τό αἷμα, ἅ πάλιν αὐτός ἐστιν ὁ προσφέρων, καί δι' αὐτῶν προσφερόμενος".

Θά πρέπει στό σημεῖο αὐτό νά ἐνθυμηθοῦμε τό ἀκόλουθο γεγονός. Οἱ Ἀρειανοί καί μάλιστα οἱ Εὐνομιανοί, ἔθεσαν τό ζήτημα στούς Ὀρθοδόξους ἄν ὁ Υἱός εἶναι δηλωτικός τῆς οὐσίας ἤ τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ: Ἐάν οἱ Ὀρθόδοξοι ἔλεγαν, ὅτι εἶναι δηλωτικός τῆς οὐσίας, τότε δέν θά μποροῦσαν νά Τόν διακρίνουν ἀπό τόν Πατέρα. Ἐάν ἔλεγαν, ὅτι εἶναι ὄνομα ἐνεργείας, τότε κινδύνευαν νά δεχθοῦν, ὅτι πρόκειται γιά κτίσμα. Μπροστά στήν πίεση αὐτή ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, στόν Τρίτο Θεολογικό του Λόγο, τονίζει μέ ἔμφαση, ὅτι ὁ Υἱός δέν εἶναι οὔτε οὐσίας οὔτε ἐνεργείας ὄνομα, ἀλλά ὄνομα σχέσεως.

Ἐπαναλαμβάνουμε, ὅτι ἴσως κάποιος πεῖ: "Ὅλα εἶναι μπερδεμένα. Δέν εἶναι ἀνάγκη νά κάνουμε τίς διακρίσεις αὐτές. Σέ τί τέλος πάντων θά χρησιμεύσουν". Τήν ἀπάντηση τήν δίδει ἡ Θεία Λειτουργία, ἡ ὁποία εἶναι πολύ προσεκτική στόν χειρισμό τῆς διακρίσεως τῶν Προσώπων. Ἡ θεολογία τῆς πίστεως καί τῆς Εὐχαριστίας εἶναι πραγματική Θεολογία μόνον καί ἐφ' ὅσον εἶναι Τριαδική Θεολογία. "Ἐν Τριάδι ἡ Θεολογία τελεία ἐστι". Ἐμεῖς ἔχουμε δημιουργήσει μιά εὐσέβεια λειτουργική ἐρήμην τῆς διακρίσεως τῶν Προσώπων τῆς ἁγίας Τριάδος. Αὐτό εἶναι τόσο ἐπικίνδυνο, ὥστε ὑπάρχει περίπτωση νά ὁδηγήση σέ μιά ἀχρήστευση καί φθορά τῆς Τριαδικῆς Θεολογίας. Καί ἡ φθορά αὐτή, πού στήν οὐσία της εἶναι ἐγκατάλειψη τῆς "τελειωτάτης θεογνωσίας", ὁδηγεῖ στήν ἀνυπαρξία, τό ἀπατηλό, τό ψευδές. Αὐτό τό ὁποῖο πρέπει πολύ σοβαρά νά μᾶς προβληματίση εἶναι, ὅτι ἡ Τριαδική Θεολογία γίνεται πλέον ἕνα δόγμα, τό ὁποῖο δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τόν τρόπο τόν ὁποῖο ζοῦμε. Δέν εἶναι τυχαῖο τό γεγονός, ὅτι σήμερα ζοῦμε, ὑπολανθανόντως, σ' ἕνα κλῖμα, τό ὁποῖο καλλιεργεῖ ὄχι ὑπαρξιακά καί σωτηριολογικά, ἀλλά εὐσεβιστικά καί ἠθικά τήν ἔννοια τῆς λατρείας καί τοῦ δόγματος.

Θά πρέπει νά ἀναρωτηθοῦμε, ἐπίσης, μήπως, στήν πίστη μας, τήν πρώτη καί κεντρική θέση κατέχει ἡ λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τίς ἁμαρτίες του. Τό ζήτημα εἶναι σπουδαῖο, διότι ἡ πίστη δέν εἶναι δυνατόν νά ἀρχίζη μέ τήν ἁμαρτία. Ἡ ἀρχή δέν εἶναι ἡ λύτρωση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπό τήν δουλεία τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἀρχή καί τό θεμέλιο τῶν πάντων εἶναι τό μυστήριο τῆς Τριαδικῆς ζωῆς.


4. Περί τῶν τελουμένων, τῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν καί τοῦ θείου κηρύγματος.

Γνωρίζουμε, ὅτι ἡ χριστιανική λατρεία ἔχει μιά μακρά καί περίπλοκη ἀνάπτυξη καί ὅτι ἡ σημερινή ἑνότητα τοῦ Τυπικοῦ στήν Ὀρθοδοξία εἶναι συγκριτικά τελευταῖο ἐπίτευγμα. Ἡ Ἐκκλησία ποτέ δέν εἶχε διατηρήσει τήν πλήρη λειτουργική ὁμοιομορφία ὡς οὐσιώδη ἑνότητά της. Ὅμως, παρά τήν ὑπάρχουσα, ἀνέκαθεν, ἐλευθερία στήν διά τῆς φυσικῆς ἐξελίξεως διαμόρφωση γεγονότων ἤ λεπτομερειῶν τῆς λατρείας, διαπιστώνουμε, ὅτι α) ἡ Ἐκκλησία κατοχυρώνει τήν θεία λατρεία καί διά κανόνων, καί β) ἡ τελική διαμόρφωση τῆς λατρείας καθορίζεται πάντοτε ὑπό τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως. "Οἱ Πρεσβύτεροι καί οἱ Διάκονοι ἄνευ γνώμης τοῦ Ἐπισκόπου μηδέν ἐπιτελείτωσαν. Αὐτός γάρ ἐστιν ὁ πεπιστευμένος τόν λαόν Κυρίου καί τόν ὑπέρ τῶν ψυχῶν αὐτῶν λόγον ἀπαιτηθησόμενος".

Θά σταθοῦμε, χαρακτηριστικά σέ ἕνα ἀντιλεγόμενο σημεῖο τῆς λειτουργικῆς μας πράξης, γιά νά διαπιστώσουμε καλύτερα, πῶς διαμορφώνονται τά πράγματα στήν λατρεία μας μέσα ἀπό τήν ἱστορία καί τήν αὐθεντικότητα τῆς πνευματικότητος. Πρόκειται περί τοῦ τρόπου ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν στήν Θεία Λειτουργία. Ἐάν αὐτές ἀπαγγέλονται μυστικῶς ἤ ἐκφώνως. Καθ' ὅτι ἕως καί σήμερα ὅλες οἱ εὐχές τῶν Μυστηρίων ἀναγινώσκονται εἰς ἐπήκοον, τό πρόβλημα ἑστιάζεται στήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας.

Ἡ παρεμβολή, νεστοριανῆς προελεύσεως, πράξεως, ἡ ὁποία ἤθελε μυστική τήν ἀπαγγελία τῶν εὐχῶν ὑπό τοῦ ἱερέως, ἡ ἐπίδραση τῆς μυστικῆς θεολογίας καί τοῦ μοναχισμοῦ, ἡ πορεία τῆς Ὀρθοδοξίας κατά τούς μεταγενέστερους χρόνους, ἡ μή ἐπαρκής κατάρτιση καί ἐκπαίδευση τοῦ κλήρου, ἄλλοι τεχνικοί λόγοι, ὡδήγησαν τήν λατρεία στήν ἐπιβολή μιᾶς ἀντιπαραδοσιακῆς πράξεως, πού ἐκφράζεται μέ τήν καθ' ἑαυτόν ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν.

Εἶναι χαρακτηριστική ἡ διάταξη 6 τῆς 137ης Νεαρᾶς τοῦ Ἰουστινιανοῦ: "Κελεύομεν πάντας ἐπισκόπους τε καί πρεσβυτέρους μή κατά τό σεσιωπημένον, ἀλλά μετά φωνῆς τῷ πιστοτάτῳ λαῷ ἐξακουομένης τήν θείαν προσκομιδήν καί τήν ἐν τῷ ἁγίῳ Βαπτίσματι προσευχήν ποιεῖσθαι πρός τό κἀντεῦθεν τάς τῶν ἀκουοτάτων ψυχάς εἰς πλείονα κατάνυξιν καί τήν πρός τόν Δεσπότην Θεόν διανίστασθαι δοξολογίαν. Οὕτω γάρ ὁ θεῖος ἀπόστολος διδάσκει λέγων... ἐπεί ἐάν εὐλογήσῃς τῷ πνεύματι, ὁ ἀναπληρῶν τόν τόπον τοῦ ἰδιώτου πώς ἐρεῖ τό Ἀμήν τῷ Θεῷ ἐπί τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ. Στήν ἴδια Νεαρά ἀναφέρεται, ὅτι ὁ ὑποψήφιος γιά τό ἀρχιερατικό ἀξίωμα πρέπει νά ὑποβάλλεται, ἐκ τῶν προτέρων, σέ κάποια ἐξέταση ὅσον ἀφορᾶ τήν ἀπαγγελία τῆς εὐχῆς τῆς θείας προσκομιδῆς καί αὐτῆς τοῦ βαπτίσματος. "...Θεσπίζομεν, ὁσάκις χρεία γένηται Ἐπίσκοπον χειροτονηθῆναι... ἀπαιτεῖσθαι πρότερον τόν μέλλοντα χειροτονηθῆναι... ἀπαγγέλειν τοῦτον τήν θείαν προσκομιδήν τήν ἐπί τῇ ἁγίᾳ κοινωνίᾳ γινομένην...".

Ἴσως ρωτήση κάποιος· τί ἐννοεῖ, ὅταν λέγει "θεία Προσκομιδή"; Σέ πολλές μαρτυρίες φαίνεται, ὅτι ὁ ὅρος Προσκομιδή ἐσήμαινε γενικά τήν Θεία Λειτουργία καί κυρίως τήν εὐχή τῆς Ἀναφορᾶς. Αὐτό προκύπτει ἀπό τήν μελέτη τῶν πηγῶν τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως καί πολλῶν ἀπό τά ἀρχαιότερα σωζόμενα χειρόγραφα Εὐχολόγια τοῦ βυζαντινοῦ λειτουργικοῦ τύπου. Ὁ Ἰωάννης Μόσχος λέγει, ὅτι διά τοῦ ὅρου Προσκομιδή δηλώνεται τό τμῆμα τῆς Θείας Λειτουργίας ἀπό τοῦ "Ἄξιον καί Δίκαιον" μέχρι τῆς κλάσεως τοῦ καθαγιασμένου Ἄρτου καί τῆς Κοινωνίας. Ὁ ἴδιος δέ συνεχίζει καί λέγει: "Ἐπειδή... οἱ Πρεσβύτεροι ἐκφωνοῦν "μεγάλως" (τίς εὐχές), τά παιδιά γνωρίζουν καί μαθαίνουν τήν εὐχή τῆς Ἀναφορᾶς, ἐπειδή ἀκριβῶς αὐτή συνεχῶς ἐκφωνεῖται...". Νά μιά πράξη, ἡ ὁποία θά μποροῦσε νά μᾶς βοηθήση, πρός τό παρόν τουλάχιστον, στήν ἀντιμετώπιση τοῦ γλωσσικοῦ προβλήματος. Τό ὑπό τοῦ Ἰωάννου Μόσχου μαρτυρούμενο παρουσιάζεται γενικευμένο, ὅπως φαίνεται στίς λειτουργικές δέλτους καί σέ ὅλες τίς Ἐκκλησίες τῆς Συρίας καί Ἀλεξανδρείας. Ὁ ἅγιος Ἰουστίνος, ὁ φιλόσοφος καί μάρτυς, στήν 1η Ἀπολογία μαρτυρεῖ, ὅτι οἱ εὐχές ἐλέγοντο μεγαλοφώνως. Ὁ Ἰωάννης Πρωτοψάλτης (7ος αἰών) γράφει, ὅτι ἡ ἀναφορά ἀπηγγέλλετο μεγαλοφώνως ἀκόμα καί στήν Δυτική Ἐκκλησία καί ἐψάλλετο. Σέ 42 λειτουργικούς τύπους τῆς Ἀνατολικῆς Συρίας, πού δημοσιεύθηκαν, ὑπάρχει, πρό τῶν εὐχῶν, ἡ ἔνδειξη "ὁ ἱερεύς ὑψῶν τήν φωνήν" ἤ "ὁ ἱερεύς κλινόμενος". Εἶναι δέ χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ Πάπας Πῖος ὁ Ι´ καθιέρωσε τήν ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν μεγαλοφώνως, δηλαδή υἱοθέτησε τήν λειτουργική πράξη τῆς Ἀνατολῆς.

Ἡ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί οἱ ἐπί τῶν κωδίκων καί λειτουργικῶν δέλτων ἐνδείξεις, μᾶς πείθουν γιά τήν εἰς ἐπήκοον ἀνάγνωση - ἐπαγγελία τῶν εὐχῶν. Ἡ δέ σύγχρονη ἔρευνα ἐπί τοῦ πεδίου τῆς Λειτουργικῆς Θεολογίας, ἰδιαίτερα ὑπό τῶν Παναγιώτου Τρεμπέλα καί Ἰωάννου Φουντούλη, μᾶς ὁδηγοῦν στό συμπέρασμα, πώς τό σύνολο τῶν εὐχῶν, ἐκτός ἐκείνων πού ἀναφέρονται ἀποκλειστικά στόν λειτουργό ἱερέα, ἀπαγγέλονται εἰς ἐπήκοον, κατά τύπον εὐκρινοῦς ἀναγνώσεως. Κατ' αὐτόν τόν τρόπο, ὁ λαός τοῦ Θεοῦ μετέχει ἐνεργέστερα τῶν τελουμένων στόν Ναό, γεγονός τό ὁποῖο ἀποτελεῖ τό αἴτημα τῆς Ὀρθοδόξου Λειτουργικῆς Θεολογίας, μά καί τῆς ἴδιας τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία προϋποθέτει τήν μετοχή μέ γνώση, ἀγάπη καί πίστη.

Στήν Ἑλλάδα τό πρόβλημα τῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν ἀρχίζει νά δημιουργεῖται ἐντονώτερα περί τά μέσα τοῦ αἰῶνος. Τό 1951 οἱ κάτοικοι τῆς Αἴγινας διαμαρτύρονται ἔντονα γιά τήν, κατόπιν ἐγκυκλίου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἀπαγόρευση τῆς ἐκφώνου ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν. Τό 1955 ὁ Μητροπολίτης Κορινθίας καταγγέλλει τήν ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν εἰς ἐπήκοον τοῦ ἐκκλησιάσματος, τήν τέλεση τῆς λειτουργίας τοῦ ἁγίου Ἰακώβου καί τῆς ἑσπερινῆς Προηγιασμένης. Στό ἴδιο πνεῦμα κινεῖται καί ὁ καθηγητής Ἀμίλκας Ἀλιβιζᾶτος, ὁ ὁποῖος ὁμιλεῖ περί σκανδαλισμοῦ καί περί σχίσματος. Ἀντίθετος μέ τό πνεῦμα αὐτό εἶναι ὁ Μητροπολίτης Κερκύρας Μεθόδιος, ὁ ὁποῖος σέ ἐμπεριστατωμένο ὑπόμνημά του πρός τήν Ἱερά Σύνοδο προτείνει τήν ἀντιμετώπιση τοῦ θέματος μέ βάση τήν παράδοση καί τίς πηγές.

Τελικά, ἡ Ἱερά Σύνοδος, δι' Ἐγκυκλίου αὐτῆς. διατάσσει αὐστηρῶς τήν ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν μυστικῶς καί ὄχι εἰς ἐπήκοον τοῦ ἐκκλησιάσματος καί τήν ἐμμελῆ ἀνάγνωση τοῦ ἀποστολικοῦ καί εὐαγγελικοῦ κειμένου, ὑπό τόν ὅρο νά μήν συντελῆ αὐτή σέ βλάβη τῆς ἐννοίας τοῦ κειμένου. Ἡ θέση αὐτή, μέχρι σήμερα, τουλάχιστον τυπικά, δέν ἔχει ἀλλάξει.

Ἐκεῖνο τό ὁποῖο πρέπει νά μᾶς προβληματίση εἶναι σέ τί θά συντελέση ἡ διαιώνιση τῆς σημερινῆς πράξεως:

στήν τήρηση τῆς τάξεως, πού μέχρι τώρα εἴχαμε συνηθίση, (ἡ ἐμμονή στήν συνήθεια ἤ τήν ἀρχαιότητα, χωρίς τήν ἀλήθεια, δέν χρησιμεύει).

στό νά κατατρώγονται οἱ εὐχές,

στό νά ψελλίζωνται ἐπί τροχάδην,

στό νά ἀναγινώσκονται πρωθύστερα,

στό νά κατακερματίζονται καί νά ἀκρωτηριάζεται ἡ ἀναφορά;

Ἔτσι πώς ἔχουν διαμορφωθῆ τά πράγματα σήμερα τό ἐρώτημα περί τῆς μυστικῆς ἤ τῆς εἰς ἐπήκοον ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν εἶναι ψευτοδίλημμα. Αὐτό τό ὁποῖο εἶναι πολύ οὐσιαστικό εἶναι νά ἀναγινώσκονται οἱ εὐχές στήν θέση τους. Ἀπό κεῖ καί πέρα θά προκύψουν μόνα τους κάποια πράγματα. Κανένας δέν ἔχει τό δικαίωμα νά διαβάζη τίς εὐχές τῆς Θείας Λειτουργίας ὅποτε θέλει, ὁποιαδήποτε λειτουργική στιγμή, καί νά διαμορφώνη μέ τόν τρόπο αὐτό μιά ἀλλότρια λειτουργική ἔκφραση καί πράξη, πού κάθε ἄλλο παρά ὀρθόδοξη εἶναι. Πρόκειται γιά φαινόμενο ἀσέβειας, αὐθαιρεσίας, ἐκκλησιολογικῆς ἐκτροπῆς καί ἀνατροπῆς, μή ἀποκαταστάσεως τῆς πληρότητας καί ὁλοκληρώσεως τῆς ἀληθείας.

Συμπερασματικά, στό θέμα τῆς λειτουργικῆς μας πράξεως, θά λέγαμε, ὅτι εἶναι οὐσιαστικό νά γνωρίσουμε πρῶτα αὐτό πού κάνουμε καί τό "γιατί τό πράττουμε" καί ἐάν κάποιες διαθέσεις γιά τήν λειτουργική ὁμοιομορφία, λειτουργικές ἀλλαγές καί προσθῆκες, θά μποροῦσαν νά ἐγγυηθοῦν μία πρόοδο, πού θά ὠφελοῦσε τήν αὔξηση καί προκοπή τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος, καί ὄχι μιά εὐκαιριακή μεταμόρφωση.



4. 1. Τό κήρυγμα


Πολλές φορές παρεμβάλλεται, κατά τήν ὥρα τῆς Θείας Κοινωνίας τῶν κληρικῶν, στό Κοινωνικό δηλαδή, τό θεῖο κήρυγμα, τό ὁποῖο ἀνέκαθεν ἐτελεσιουργεῖτο μετά τά ἱερά ἀναγνώσματα καί μάλιστα τἠν ἀνάγνωση τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Εἶναι κάτι πού καί ὁ γράφων τό πράττει. Φοβούμεθα, ὅμως, ὅτι ἡ τακτική αὐτή διασπᾶ τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας σέ δύο τάξεις: στήν τάξη τῶν κοινωνούντων κληρικῶν καί στήν τάξη τῶν ἀκροωμένων λαϊκῶν. Εἶναι φανερό, παρά τά ὅποια πρακτικά προβλήματα, τά ὁποῖα μᾶς ἀναγκάζουν νά μεταθέτουμε τήν ὥρα τοῦ κηρύγματος, ἡ εἰκόνα αὐτή δέν ἐνισχύει τήν ἔννοια τῆς Κοινωνίας καί τοῦ ἑνός Σώματος μεταξύ τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πράξη δέ αὐτή μᾶς ἀποκαλύπτει καί ἕνα ἄλλο πρόβλημα. Τό πρόβλημα αὐτό εἶναι, ὅτι οἱ πιστοί μας ἔπαυσαν νά θεωροῦν ὡς τό κέντρο τῆς λατρείας τήν θεία Εὐχαριστία καί τήν συμμετοχή τους σ' αὐτή. "Οἰκονομοῦντες", λοιπόν, κατ' αὐτόν τόν τρόπο τά πράγματα, μεταθέτοντες τό κήρυγμα σέ ἕνα σημεῖο πού διευκολύνει, κατά τήν ἄποψή μας, τά πράγματα, θά πρέπει νά προβληματιστοῦμε, κατά πρῶτον, ἐάν βοηθᾶμε τούς πιστούς νά βιώσουν τήν κεντρική σημασία τῆς Θείας Εὐχαριστίας στήν προσωπική τους ζωή καί στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί, κατά δεύτερον, ἐάν τό κήρυγμά μας τούς διδάσκει πῶς νά λατρεύουν τόν Θεό μέσα στήν Ἐκκλησία. Γίνεται κατανοητό, ὅτι καί αὐτό τό θέμα εἶναι σοβαρώτατο. Πρέπει νά κατανοήσουμε, ὅτι δέν πρόκειται ἁπλῶς περί "ἐξυπηρετήσεως" μιᾶς πρακτικῆς ἀνάγκης, ἀλλά περί αὐτῆς τῆς οὐσίας τῆς θείας λατρείας, περί τῆς ἐκφράσεως τῆς πραγματικότητας αὐτῆς ὑπό τῶν πιστῶν. Πάντως εἶναι προτιμότερο, χωρίς νά ἀποκλείσουμε κάποιες ἐξαιρετικές περιπτώσεις, νά ὑποστοῦμε τά μειονεκτήματα τῆς ὀρθῆς πράξεως, τῆς ἐπιστροφῆς δηλαδή τοῦ κηρύγματος ἀμέσως μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου, παρά νά ἐπωφεληθοῦμε ἀπό τά ἀμφίβολα πλεονεκτήματα τῆς μεταθέσεώς του κατά τήν ὥρα τοῦ Κοινωνικοῦ.



Ἀντί Ἐπιλόγου

Παρά τίς δυσκολίες καί τά προβλήματα ἡ ἐκκλησιαστική αὐτοσυνειδησία μπορεῖ, γιατί ὑπάρχει ἡ Χάρη τοῦ Πνεύματος, νά ξαναζωντανεύη, νά ἐνεργοποιεῖται καί διατηρῆται κάθε στιγμή κατά τόν χρόνο τῆς ζωῆς μας. Ὁμολογοῦμε ἀκόμη καί σήμερα, παρά τήν ἀστοχία καί ἀτέλειά μας, τήν δυνατότητα τῆς κοινωνίας μέ τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τῆς εἰσόδου μας μέσα στήν λάμψη, στήν ἀλήθεια καί στήν χαρά τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως. "Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλά βομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦμεν". Ὀφείλουμε δυναμικά νά ἐπανεύρουμε καί νά ἀνακαλύψουμε τό νόημα τῆς Εὐχαριστίας, τῆς μεγαλύτερης καί πιό ἀληθινῆς δυνάμεώς μας, νά ἀποκτήσουμε συνείδηση τῆς ἐσχατολογικῆς πληρότητάς της, νά τήν γνωρίσουμε καί πάλι ὡς μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι ἡ κάθε ἡμέρα μας εἶναι γεμάτη μέ τό πλήρωμα τῆς ζωῆς καί ὅλος ὁ χρόνος τοῦ παρόντος βίου γίνεται "ἐνιαυτός Κυρίου δε κτός" .

Κατά τήν διάρκεια τῆς ἱερατικῆς μας πορείας, σταυρικῆς καί μαρτυρικῆς ὅσο ποτέ ἄλλοτε, ἄς μήν λησμονοῦμε, ὅτι τό ἅγιο Πνεῦμα, πού κατευθύνει τό "λειτουργικό μέλλον" τῆς Ἐκκλησίας, θά ἔχη καί πάλι τόν τελευταῖο λόγο.





-----------------------------------------------

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ


Βλ. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, Ἡ λειτουργική ἀναγέννηση καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐκδόσεις Σηματωρός, Λάρνακα, 1989, σελ. 44, 110.

2 Ὅπ. π.., σελ. 45-46

3 Βλ. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, ὅπ. π., σελ. 44, 110.

4 George Florovsky,Ways of Russian Theology, p. 516.

5 "Τό τήν θυσίαν ταύτην μή εἰκόνα καί τύπον εἶναι θυσίας, ἀλλά θυσίαν ἀληθινήν, τό μή ἄρτον εἶναι τό τεθυμένον, ἀλλ' αὐτό τό τοῦ Χριστοῦ Σῶμα, καί πρός τούτοις, τό μίαν εἶναι τήν τοῦ Ἀμνοῦ τοῦ Θεοῦ θυσίαν, καί ἅπαξ γεγενημένην", Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα, Ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας, λβ, P.G. 1150, 440 -441.

6 Θεία Λειτουργία.

7 Βλ. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, ὅπ.π., σελ. 26.

8 Βλ. Ἰωάννου (Ζηζιούλα), Μητροπολίτου Περγάμου, Εὐχαριστιακή θεωρησις τοῦ κόσμου καί ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, Χριστιανικόν Συμπόσιον, Ἀθῆναι 1967.

9 Ἡ ἐπάνοδος τοῦ ἀνθρώπου στἠν θεανθρώπινη κοινωνία και ἡ μετοχή στήν αἰώνια ζωή τοῦ Θεοῦ τελεῖται στήν Ἐκκλησία μέ τά ἅγια Μυστήρια, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν τίς πηγές τῆς θεανθρώπινης ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Γι' αὐτό, ὅπως χαρακτηριστικά ἀναφέρει ὁ ἱερός Νικόλαος Καβάσιλας " ἡ Ἐκκλησία ἐν τοῖς μυστηρίοις σημαίνεται" Ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας, λη´ (P.G. 150, 452).

10 "Μή τοίνυν θαρρῶμεν ὅτι γεγόναμεν ἅπαξ τοῦ σώματος", Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολήν, ὁμιλία γ, κεφ. δ. P.G. 60, 23..

11 Θεία Λειτουργία.

12 Ἁγίου Ἰγνατίου, Ἐφ. 13.

13 Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, Ἀντιρρητικός πρῶτος, P.G. 90, 480 Δ.

14 Χερουβικός ὕμνος Θείας Λειτουργίας Προηγιασμένων Δώρων.

15 Θεία Λειτουργία.

16 Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, ὅπ. π., σελ. 47 κ.ἐ., 80-81. Πρβλ. Χρήστου Θ. Κρικώνη, Τό Μυστήριον τῆς Ἐκλησίας, Πατερικαί ἀπόψεις, Περιοδικόν ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ, τόμος 18, τεῦχος Α., Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 28: "Ἡ Λειτουργία ὄχι μόνον ὡς τελετουργκή πρᾶξις, ἀλλά ὡς κίνησις τῆς ἀνοδικῆς πορείας τῆς Ἐκκλησίας πρός τόν Θεόν καί τῆς τελειοποιήσεως τῆς ἑνότητός της ἐντός τοῦ Θεοῦ περιέχεται εἰς τήν Ἐκκλησίαν, ὅπως ἡ Ἐκκλησία περιέχεται ἐντός τῆς Λειτουργίας" Πρβλ., ἐπίσης, Ἁγίου Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Μυσταγωγία, P.G. 91, κεφ. Η καί ΚΓ.

17 Robert Taft, Liturgy and Eucharist, p. 416. Πρβλ., τοῦ ἰδίου The Liturgy of the Great Church.

18 Ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό δέν πρέπει νά νοεῖται ὡς ἰδιωτική ὑπόθεση αὐτοῦ ὄχι μόνο ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός, ἀλλά ἐπιπλέον διότι ἡ Ἀνάσταση προϋποθέτει τήν τελική καί ὁμαδική ἀποκατάσταση τῆς κοινωνίας τῶν δικαίων ἤ τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία " πάντων πρώτη ἐκτίσθη... καί διά ταύτην ὁ κόσμος κατηρτίσθη ", βλ. Α´ Θεσ. 4, 13 -18 καί Ποιμήν, Ὅρασις Β, 4.

19 Ἰωάννου Φουντούλη, Λειτουργικά θέματα, τεῦχος Δ´ Θεσσαλονίκη 1979, σελ 46.

20 Θεία Λειτουργία.

21 Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, ὅπ.π., σελ. 80-81.

22 Ὁ ἐκκλησιολογικός χαρακτήρας τῶν μυστηρίων φανερώνει, ὅτι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μετέχει σέ αὐτά δέν ἑνώνεται μόνο μέ τόν Χριστό, ἀλλά καί μέ τά λοιπά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Στήν Θεία Λειτουργία, ὁ ὀρθόδοξος ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τήν ἐμπειρία, πώς δέν στέκεται μπροστά στόν Θεό ὡς ἄτομο, φλέγομενο ἀπό τήν ἀγωνία γιά τήν ἰδική του μόνο δικαίωση, ἀλλά ὡς πρόσωπο, σέ διαπροσωπική ἀγαπητική κοινωνία μέ τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο. "Πάντες γάρ ἧμεν ἐν Χριστῷ καί τό κοινόν τῆς ἀνθρωπότητος εἰς αὐτόν ἀναβιοῖ πρόσωπον", Ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην 1, 14 P.G. 73, 161 C. "Μετάληψις δέ λέγεται. Δι' αὐτῆς γάρ τῆς Ἰησοῦ θεότητος μεταλαμβάνομεν. Κοινωνία δέ λέγεταί τε καί ἔστιν ἀληθῶς, διά τό κοινωνεῖν ἡμᾶς δι' αὐτῆς τῷ Χριστῷ καί μετέχειν αὐτοῦ τῆς σαρκός τε καί τῆς θεότητος. Κοινωνεῖν δέ, καί ἑνοῦσθαι ἀλλήλοις δι' αὐτῆς. Ἐπεί γάρ ἐξ ἑνός ἄρτου μεταλαμβάνομεν, οἱ πάντες ἕν σῶμα Χριστοῦ, καί ἕνα αἷμα, καί ἀλλήλων μέλη γινόμεθα, σύσσωμοι Χριστοῦ χρηματίζοντες", Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις Ὀρθοδόξου Πίστεως IV 13, P.G. 94, 1153 BC.

23 Παναγιώτου Σιμιγιάτου, Πρωτοπρεσβυτέρου, " Ἡ συνεχής θεία Κοινωνία κατά τήν ἁγίαν Γραφήν καί τούς ἱερούς κανόνας τῆς ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας, Περιοδικό ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, ΛΣΤ (1961), σελ. 388-399.

24 Π. Εὐδοκίμωφ, Ἡ προσευχή τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα, σελ. 65 -66.

25 Ἁγίου Ἰγνατίου, Ἐφ. 5.

26 9ος Ἀποστολικός Κανόνας, 2ος Ἀντιοχείας, 1ος Σαρδικῆς 8οός τῆς ἐν Τρούλλῳ Συνόδου. "Κοινωνεῖν καθ' ἑκάστην ἡμέραν καί μεταλαμβάνειν τοῦ ἁγίου σώματος καί αἵματος τοῦ Χριστοῦ....., Μεγάλου Βασιλείου, Ἐπιστολή 93 πρός Καισαρίαν Πατρικίαν P.G. 32, 484.

27 Μανουήλ Γεδεών, Κανονικαί Διατάξεις, τόμ. Α´, σελ. 269 -274.

28 Μανουήλ Γεδεών, Κανονικαί Διατάξεις, τόμ. Β´, σελ. 122-125.

29 Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Καθολική γιατί ἐκτείνεται ὄχι μόνο "πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης, ἀλλά καί πανταχοῦ τῶν χρόνων ", Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Ἑρμηνεία εἰς τόν 144ον Ψαλμόν, P.G. 55, 469 -470.

30 Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι, Ἔσσεξ, Ἀγγλία 1992, σελ. 360. Ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μετέχει στήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί γίνεται κατά Χάριν Θεός, δέν καθίσταται μόνο αἰώνιος καί ἀτελεύτητος, ἀλλά καί ἄναρχος καί ἀΐδιος. Εἶναι θαυμάσιο ἕνα χωρίο τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ: "Γέγονε και ἄναρχος και ἀτελεύτητος, τήν χρονικήν μηκέτι φέρων ἐν ἑαυτῷ κινουμένην ζωήν, τήν ἀρχήν καί τέλος ἔχουσαν, καί πολλοῖς δονουμένην παθήμασι, μόνην δέ τόν Θεόν του ἐνοικήσαντος Λόγου καί ἀΐδιον καί μηδενί θανάτῳ περατουμένην", Περί ἀποριῶν P.G. 91, 1144 Ψ. Βλ. ἐπίσης, Μεγάλου Βασιλείου, Κατά Εὐνομίου, 1, 21 P.G. 29, 560 Β. Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα, Ἑπτά Ἀνέκδοτοι Λόγοι, ἐκδ. Β. Ψευτογκᾶ, Θεσαλονίκη 1976, σελ. 114-115.



31 Θεία Λειτουργία.

32 Ἡ πνευματική αὐτή ἐμπειρία τῆς Πρώτης Ἐκκλησίας ἀντικατοπτρίζεται μέ ἐνάργεια στήν λειτουργική δομή τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ παλαιές λειτουργικές ἐκφράσεις, οἱ παλαιοί λειτουργικοί τύποι, ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν ἐπανάληψη τῶν εὐχαριστιακῶν λόγων τοῦ Κυρίου καί στήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολή (Α´ Κορ. 11 23-26, Ἐβρ. 10, 1) , ἡ Ἀποκάλυψιςτοῦ Ἰωάννου, ἡ ὁποία στή βάση της εἶναι εὐχαριστιακό κείμενο, ἡ Κυριακή προσευχή, ἡ Θεολογία τῶν Ἑλλήνων Πατέρων, ἡ εἰκόνα τῆς Εὐχαριστίας, ὡς "συνάξεως ἐπί τό αὐτό", καί ἡ εἰσοδευτική της διάσταση, ἡπεποίθηση, τῶν ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων, πώς τά γεγόνοτα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν "σκιά" τῶν μελλόντων ἀγαθῶν καί ἡ παροῦσα ἐκκλησιαστική πραγματικότητα, "εἰκόνα" τῆς "ἀλήθειας", πού ἔμελλε νά φανερωθῆ στά Ἔσχατα, τονίζουν ὀντολογικά ὅτι ἠ Θεία Εὐχαριστία δέν συνδέεται ἁπλῶς μέ τήν Μέλλουσα Βασιλεία. Ἀντλεῖ ἀπό αὐτήν τό εἶναι της καί τήν ἀλήθειά της. "Ἡ τῶν ἁγίων καί σεπτῶν μυστηρίων εἴσοδος ἀρχή καί προοιμιόν ἐστι....τῆς γενησομένης ἐν οὐρανοῖς καινῆς διδασκαλίας περί τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ τῆς εἰς ἡμᾶς....Οὐ γάρ μή πίω φησί.......ὁ Θεός καί Λόγος, ἀπ' ἄρτι ἐκ τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου, ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης ὅταν αὐτό πίνων μεθ' ὑμῶν καινόν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Πατρός ἐμοῦ ", Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ P.G. 137. Βλ., ἐπίσης Μυσταγωγία P.G. 91, 688 κ. ἑξ. Ἀπό τόν Ἅγιο Ἰγνάτιο Ἀντιοχείας καί ἑξῆς βλέπουμε τήν μεταφορά τῆς ἐσχατολογικῆς εἰκόνας τῆς συνάξεως τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἐπί τό αὐτό, γύρω ἀπό τόν Χριστό καί τούς Ἀποστόλους, μέ τόν Ἐπίσκοπο, "εἰς τόπον καί τύπον Χριστοῦ", καί τούς Πρεσβυτέρους, τύπους τῶν Ἀποστόλων. Τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζεται αὐθεντικά στήν περί τόν Ἐπίσκοπο εὐχαριστιακή σύναξη τῆς κοινότητας, ἡ ὁποία δέν ἀναζητεῖ τήν μυστηριακή λύτρωση ἀπό τά δεινά τοῦ κόσμου, οὔτε τήν προσωπική τελείωση καί ἀτομική σωτηρία, ἀλλά ἀποτελεῖ τήν προληπτική φανέρωση τῆς ἐσχατολογικῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

33 Κάτω ἀπό τίς ἔντονες πιέσεις τοῦ χριστιανικοῦ γνωστικισμοῦ καί κυρίως τοῦ πλατωνισμοῦ.

34 Αὐτή ἐμφανίζεται κατά κύριο λόγο στά πλαίσια τῆς Κατηχητικῆς Σχολῆς τῆς Ἀλεξανδρείας, ἀλλά καί τῆς Ἀντιόχειας. Παραδόξως ἡ Θεολογία μας δέν φαίνεται νά ἔχη ἀποδώσει τήν σημασία πού ἔπρεπε στήν ἐσχατολογική διάσταση τῆς Εὐχαριστίας. Κύριο ἐνδιαφέρον της φαίνεται νά ἀποτελεῖ ἡ σχέση τῆς Εὐχαριστίας ὄχι τόσο μέ τά Ἔσχατα, ὅσο μέ τό παρελθόν, μέ τόν Μυστικό Δεῖπνο καί τόν Γολγοθᾶ. Ἴσως πρόκειται γιά μιά ἀκόμη σοβαρή ἐπίδραση τῆς "Βαβυλώνειας αἰχμαλωσίας"της, ὅπως θά ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ. Δέν εἶναι τυχαῖο τό γεγονός, ὅτι τό ἐρώτημα, τό ὁποῖο, ἐπί αἰῶνες, ἀπασχόλησε Ρωμαιοκαθολικούς καί Προτεστάντες στήν Δύση εἶναι ἄν ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶναι ἐπανάληψη ἤ ὄχι τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ, καί ὄχι ἄν εἶναι εἰκόνα τῶν Ἐσχάτων. Στήν προβληματική αὐτή ἐνεπλάκη καί ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία, κυρίως ἀπό τόν 17ο αἰώνα καί μετά, μέ ἀποτέλεσμα νά παραθεωρηθῆ ἡ σχέση τῆς Εὐχαριστίας μέ τά Ἔσχατα, μέ τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρβλ. Μητροπολίτου Περγάμου Ἰωάννου, Εὐχαριστία καί Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, Περιοδικό Σύναξη, τεῦχος 49, Ἀθήνα 1994, σελ. 7-18.

35 Βλ. Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, Ἐκκλησιαστική Ἱεραρχία ΙΙΙ 3, 13.

36 Ἕνα χαρακτηριστικό ἀποτέλεσμα τῆς προηγούμενης θεωρήσεως τῶν πραγμάτων εἶναι ὁ ὑπέρμετρος συμβολισμός τῶν διαφόρων στοιχείων τῆς Θείας Λειτουργίας. Μήπως λοιπόν πρέπει νά ὑποβάλουμε τίς ἀντιρρήσεις μας ὄχι ἐναντίον τοῦ ἀδιαφιλονίκητου συμβολισμοῦ τῆς λειτουργίας μας, ἀλλά ἐναντίον ἐκείνης τῆς κατανόησης καί ἀντίληψης τοῦ συμβόλου, ὅπου καταντᾶ συνώνυμο μέ κάτι μή πραγματικό, μή παρόν, καί ἐναντίον τῆς ἑρμηνείας τοῦ συμβολισμοῦ ὡς τοῦ ἀντίθετου τοῦ ρεαλισμοῦ;

37 Ἁγίου Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Μυσταγωγία 8.

38 Ε. Θεοδώρου, Ἡ καταπολέμησις τῶν κακοδοξιῶν ὡς παράγων λειτουργικῶν ἐξελίξεων. Τοῦ ἰδίου, Μαθήματα Λειτουργικῆς, τεῦχος 1, Ἀθῆναι 1975, σελ. 328-381.

39 P. G. 7,1028Α.

40 George Florovsky, The Elements of Liturgy, P. Edwall, E. Hayman, Maxwell, Ways of Worship, London 1951, p. 53.

41 Βλ. Ε. Θεοδώρου, Ἡ καταπολέμησις... J. A. Jungmann, Die Stellung Christi in liturgischen Gebet (2), Münster 1962, p. 154.

42 "Ἄξιον καί δίκαιόν ἐστιν σέ τόν ἀγέννητον Πατέρα τοῦ μονογενοῦς Ἰησοῦ Χριστοῦ αἰνεῖν, ὑμνεῖν, δοξολογεῖν. Αἰνοῦμεν σέ, ἀγέννητε Θεέ...", (Εὐχολόγιο Σεραπίωνος).

"1. Ἀληθῶς γάρ ἄξιόν ἐστιν καί δίκαιον, ὅσιόν τε καί πρέπον καί

2. ταῖς ἡμετέραις ψυχαῖς ἐπωφελές ὁ ὤν Δέσποτα Κύριε Θεέ

3. Πάτερ Παντοκράτορ σέ αἰνεῖν, σέ ὑμνεῖν, σοί εὐχαριστεῖν...".

Βλ. Παντελεήμονος Ροδοπούλου, Μητροπολίτου Τυρολόης καί Σερεντίου, Μελέται, ἐκδ. Πατριαρχικοῦ Ἱδρύματος Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 446-447. F. E. Brightman, Liturgies Eastern and Western, τόμ. 1, Oxford 1896, p. 125.

43 Παντελεήμονος Ροδοπούλου, ὅπ. π., σελ. 567.

44 Νικολάου Μεθώνης, Ἀντίρρησις πρός τά γραφέντα παρά Σωτηρίχου, Ἐκκλησιαστική Βιβλιοθήκη, Λειψία 1866, σελ. 321. Βλ. σχετικά Πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Φούσκα, Ὁ Νικόλαος Μεθώνης καί ἡ διδασκαλία αὐτοῦ περί Θείας Εὐχαριστίας, Ἀθῆναι 1992.

45 Νικολάου Μεθώνης, Ἀντίρρησις πρός τά γραφέντα παρά Σωτηρίχου, σελ. 302.

46 Νικολάου Μεθώνης, Τά λείποντα, Ἐκκλησιαστική Βιβλιοθήκη, Λειψία 1866, σελ. 52-53.

47 Βλ. Β.Ε.Π., τόμ. 59.

48 Μεγάλου Ἀθανασίου, P.G. 26, 49Α.

49 Διδύμου τοῦ Τυφλοῦ, Περί τῆς Ἁγίας Τριάδος Α, P.G. 39,389.

50 Ψυχολογική ἐμπειρία τοῦ ἀτόμου.

51 Ὁρισμένη συμπεριφορά τοῦ ἀτόμου.

52 Ἡ Θεία Λειτουργία ἕνα μόνο εἶδος ἠθικῆς ὁρολογίας χρησιμοποιεῖ: "τόν ἁγιασμόν τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων", ὥστε σέ κοινωνία μετά "τῆς Παναγίας καί πάντων τῶν ἁγίων" νά παραθέτουμε "ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ". Μόνον αὐτή ἡ εὐσέβεια ἐκφράζει τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Βλ. Μητροπολίτου Περγάμου Ἰωάννου (Ζηζιούλα), Ἡ κτίση ὡς εὐχαριστία, σελ. 32.

53 Ἀποστολικοί Κανόνες 60, 85. M. Noirot, Liturgique (Droit), Dictionnaire de Droit Canonique, Paris 1957, VI, p. 536. Ἱερωνύμου Κοτσώνη, Σημειώσεις Κανονικοῦ Δικαίου τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, Θεσσαλονίκη 1961, τόμ. 2ος, σελ. 3.

54 Ἀποστολικαί Διαταγαί, Ἀποστολικός Κανών 39. Β.Ε.Π., τόμος 2ος, σελ. 175.

55 Κεφάλαιο 60, ἔκδοση Λειψίας, Teuben 1881, σελ. 412.

56 R. Scoll, Corpus Iuris Civilis, Berlin 1899, p. 694-699.

57 Περί τοῦ θέματος, βλ. Παύλου Κουμαριανοῦ, Πρόθεση, Προσκομιδή, Προσφορά, Ἀνάτυπον ἐκ τοῦ Περιοδικοῦ Θεολογία, τόμος Ο', Ἀθῆναι 1999, τεῦχος Β-Γ', σελ. 483-512.

58 Λειμωνάριον Ἰωάννου Μόσχου, Διήγησις 25, σελ. 48-50, Διήγησις 96, σελ. 184-186, Διήγησις 108, σελ. 210-212, Διήγησις 150, σελ. 294-296, Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, τόμος 2ος, ἐκδ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Θεσσαλονίκη 1987. Βλ. Εὐαγγέλου Θεοδώρου, Μαθήματα Λειτουργικῆς, Ἀθῆναι 1979, σελ. 269.

59 Βλ. Μεγάλου Βασιλείου, Β.Ε.Π. 53, σελ. 362. Μigne P.G. 82, 1429 D.

60 Κρυπτοφέρρης Γβ1, φ. 71, Ἐθνική βιβλιοθήκη 662, φ. 96ν . Βλ. Μ. Αrranz, L' Eucologio Constantinopolitano agli inizi del secolo XI, ROMA 1996, p. 219.

61 P.G. 87,2869.

62 P.G. 87,3081.

63 Κεφ. 65,67.

64 Atti della Pontificia Accademia Romana di Archeologia Serie III Monumenti, Vol. I, 199.

65 Ἱστορικόν Ἀρχεῖον Ἱερᾶς Συνόδου, Λειτουργικά Θέματα.

66 Ἀριθ. Ἐγκυκλίου 898 - Ἰούνιος 1956.

67 Ἀρχιεπισκόπου Τσέρνιγκωφ Φιλαρέτου, A Historical Survey of the Hymnographers on the Greek Church, Chernigov 1864, π. 5. Βλ. Ἰωάννου Φουντούλη, Λειτουργικά Θέματα, τόμος Ζ´, Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 41. Περί τοῦ θέματος ἦταν οὐσιαστική καί ἐνδιαφέρουσα ἡ εἰσήγηση τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Θήρας κ. Παντελεήμονος, στήν συνεδρία τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, (Ὀκτώβριος 1996).

68 Θεία Λειτουργία.

69 Λουκ. 4, 19.





ΠΗΓΗ:www.apostoliki-diakonia.gr